Χρήστος Καλμαντής: “Πώς είναι δυνατόν να μην ερωτευτείς το θέατρο, το τραγούδι, την ίδια την ελληνική γλώσσα σε όλες τις μορφές τέχνης;”

Πώς προέκυψε η υποκριτική, το τραγούδι αλλά και η συγγραφή θεατρικών έργων στη ζωή σας παρότι οι σπουδές σας είναι κλασικές;

Μπορώ με σιγουριά να σας πω ότι αυτά τα τρία προέκυψαν ακριβώς χάρη και στις κλασικές σπουδές μου ή ακριβέστερα, οι μεν επηρέασαν τα δε. Λάτρευα το θέατρο και τον κινηματογράφο από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ενώ το τραγούδι με συντρόφευε από τα πρώτα παιδικά χρόνια μου χάρη και στην ιδιαίτερη σχέση – ενασχόληση που είχε μαζί του η μητέρα μου και άλλα μέλη της οικογένειάς μου. Για μένα η φοίτησή μου στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης καθώς και οι μεταπτυχιακές σπουδές μου στην Επικοινωνία στο πανεπιστήμιο της Αθήνας πριν σπουδάσω και Θέατρο ήταν τελικά, μεταξύ πολλών άλλων, μια «χρυσή ευκαιρία» να έρθω σε επαφή με σπουδαία κείμενα (θεατρικά και λογοτεχνικά) και να γνωρίσω, μέσω των σπουδαίων δασκάλων μου όπως για παράδειγμα ο αείμνηστος Δημήτρης Μαρωνίτης, τόσο τις διαχρονικές ποιητικές και θεατρικές δυνατότητες της ελληνικής γλώσσας, όσο και την αδιαμφισβήτητη μουσικότητά της, στοιχεία που ευτυχώς κατάφερα να εμπεδώσω και χάρη στους σπουδαίους δασκάλους μου στο θέατρο. Όπως συνηθίζω να λέω και στους μαθητές μου όταν τους μιλάω για το θέατρο και τις επιμέρους τέχνες που αυτό περιλαμβάνει, οι περισσότεροι κανόνες ακόμη και της σύγχρονης δραματουργίας, της μουσικής σύνθεσης και της στιχουργικής έχουν επινοηθεί και δοκιμαστεί από τους κλασικούς, τους νεότερους αλλά και τους σύγχρονους δημιουργούς που μας έδωσαν απίστευτα σπουδαία έργα αξιοποιώντας αυτό το υψηλής μουσικότητας και ποιητικότητας «εργαλείο» που ονομάζεται «ελληνική γλώσσα». Πώς είναι δυνατόν να σκύψεις πάνω από τα αθάνατα κλασικά αλλά και νεότερα λογοτεχνικά, ποιητικά και μουσικά δημιουργήματα της ελληνικής γραμματείας και να μην ερωτευτείς το θέατρο, το τραγούδι, την ίδια την ελληνική γλώσσα σε όλες τις μορφές τέχνης;

Μιλήστε μου για το νέο σας έργο «Στον πλανήτη… Γη, το γλεντάνε! » που παρουσιάζετε από τις 10 Νοεμβρίου στο Studio Κυψέλης.

Πρόκειται για ένα θεατρικό έργο που ξεκίνησα να γράφω με πολύ μεράκι και πάθος πριν από έναν περίπου χρόνο και στο οποίο κυριαρχεί το σουρεαλιστικό αλλά και το… ονειρικό στοιχείο καθώς – τώρα μπορώ να σας το πω – αφορμή για να το γράψω ήταν ένα πολύ «ζωντανό» όνειρο που είχα δει κάποτε! Ένα όνειρο που φρόντισα μάλιστα να ενσωματώσω σχεδόν αυτούσιο στο συγκεκριμένο έργο, ακολουθώντας το παράδειγμα αρκετών δημιουργών, κλασικών και μη, που ενσωματώνουν τα όνειρά τους στις δημιουργίες τους. Αν μη τι άλλο, αν ζούσε ο Φρόιντ νομίζω θα τον είχα κάνει πολύ υπερήφανο… Όσο για το ίδιο το έργο, πρόκειται για έναν κωμικό αλλά και δραματικό μονόλογο (με τη συμμετοχή μιας γυναίκας ηθοποιού μέσω video) με πολλά τραγούδια, μουσική και χορό, στοιχεία που θα επέτρεπαν να κατατάξει κανείς το έργο στο χώρο του musical. Επιπλέον, ενσωματώνονται στοιχεία από το stand up comedy, την επιστημονική φαντασία αλλά και το θέατρο αφύπνισης καθώς θίγεται και το φλέγον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, τολμώντας παράλληλα να «παίξει» με τα όρια του «σουρεαλιστικού», ακόμη και του «γκροτέσκο». Είναι ένα έργο που, πέραν των αρκετών επιμέρους στόχων του, έχει ως βασικό στόχο να μας βάλει και να αναλογιστούμε κάποια πολύ ενοχλητικά «ερωτήματα» όπως: τι ακριβώς είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο πραγματικό «άνθρωπο»; Πόσο αληθινά έτοιμοι είμαστε τελικά να αποδεχτούμε και να ακούσουμε κάτι «διαφορετικό» από εμάς; Μέσα από το συγκεκριμένο έργο ίσως και να διαπιστώνουμε, για μια ακόμη φορά, πως όσο κι αν μας αρέσει να δηλώνουμε ότι δήθεν είμαστε έτοιμοι, στην πραγματικότητα, όταν βρισκόμαστε πραγματικά αντιμέτωποι με τα παραπάνω ερωτήματα, μάλλον προτιμάμε να κάνουμε πως δεν τα ακούμε…

Ο ρόλος σας στον συγκεκριμένο μονόλογο είναι τριπλός: γράφετε, σκηνοθετείτε, ερμηνεύετε. Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι;

Αν και αυτή η «τριπλή παρουσία» έχει και πλευρές που σε διευκολύνουν (π.χ. το ότι ο ηθοποιός ξέρει ευθύς εξαρχής τι ακριβώς «θέλει να πει» το έργο το οποίο του είναι ήδη οικείο αφού το έχει γράψει ο ίδιος, ενώ ξέρει και πού ακριβώς στοχεύει η σκηνοθετική γραμμή), δε θα διστάσω να παραδεχτώ ότι είναι και αρκετά δύσκολο από κάποιες απόψεις και το γεγονός ότι έχω «αυτοσκηνοθετηθεί» και σε παλαιότερο έργο μου δεν σημαίνει ότι μπορούν να ξεπεραστούν τόσο εύκολα οι προκλήσεις αυτού του τριπλού εγχειρήματος. Ωστόσο, σπεύδω να επισημάνω πως το ότι το έργο είναι μονόλογος δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση – ευτυχώς – πως κάνω το συγκεκριμένο εγχείρημα μόνος μου. Πλαισιώνομαι από μια ομάδα πολύ προσεκτικά επιλεγμένων, ικανών και έμπειρων συνεργατών – με κάποιους από αυτούς είχα συνεργαστεί και σε παλαιότερες θεατρικές μου δουλειές, τόσο σε δικά μου έργα όσο και σε έργα άλλων, ενώ με κάποιους «συναντηθήκαμε» πρόσφατα – με την πολυτιμότατη βοήθεια και συμβολή των οποίων αυτή η παράσταση γίνεται πραγματικότητα. Ενδεικτικά, θα ήθελα να αναφερθώ στο σημείο αυτό στην πραγματικά πολυτιμότατη βοήθεια που μας προσέφερε ο δάσκαλός μου στην κινηματογραφική υποκριτική και καταξιωμένος κινηματογραφικός σκηνοθέτης κύριος Χρήστος Δήμας, καθώς δημιούργησε με αξιοθαύμαστο τρόπο δύο ταινίες μικρού μήκους που είχα εξαρχής ενσωματώσει σε κομβικά σημεία του έργου μου για να βοηθηθεί η εξέλιξη της ιστορίας που διηγούμαι. Εκμεταλλευόμενος κι αυτό εδώ το «βήμα», θέλω να του πω για μια ακόμη φορά πως εγώ και τα μέλη της ομάδας μου τον ευγνωμονούμε γι’ αυτή την ανεκτίμητη βοήθεια.

Σε ποιους απευθύνεται το έργο;

Λόγω της έμμεσης και άμεσης – εξαιτίας του θέματος – «εμπλοκής» του συγκεκριμένου έργου με θεματικές όπως τα διαστημικά ταξίδια, η εξερεύνηση του διαστήματος, η διερεύνηση του πανάρχαιου ερωτήματος «τελικά είμαστε μόνοι σ’ αυτό το αχανές σύμπαν;» και άλλες παρόμοιες που εντάσσονται στην ευρύτερη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας, θα μπορούσε να πει κανείς – αν βιαζόταν να κρίνει – πως το συγκεκριμένο έργο θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη απήχηση σε ανθρώπους που λόγω ηλικίας ή ερευνητικού υποβάθρου σχετίζονται με τέτοιου είδους θέματα. Στην πραγματικότητα ωστόσο, το έργο απευθύνεται σε κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, ανεξαρτήτως ηλικίας, επαγγέλματος και μαθησιακού υποβάθρου. Μέσα από τις κωμικές, συχνά σπαρταριστές καταστάσεις που προκαλούν το γέλιο – βασικός άξονας του έργου μου – το τραγούδι, το χορό αλλά και τις δραματικές ανατροπές εκεί που πρέπει, το έργο θέτει με απλό και άμεσο τρόπο κάποια πολύ βασικά και δυστυχώς αναπάντητα τις περισσότερες φορές ερωτήματα που αφορούν στην ίδια την ανθρώπινή φύση μας, με τα καλά της και τα κακά της. Σε τελική ανάλυση, είναι ένα έργο για όποιον αισθάνεται ή έχει αισθανθεί (ή θα αισθανθεί στο μέλλον…) «εξωγήινος», «παράξενος», σε τελική ανάλυση «ξένος» (ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνουν αυτοί οι όροι…). Άραγε, πόσοι από όλους εμάς μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι δεν έχουμε βρεθεί – για τον οποιονδήποτε λόγο και σε οποιαδήποτε περίσταση της ζωής μας – σ’ αυτή ακριβώς τη θέση;

Θεωρείτε ότι οι Έλληνες έχουν οικολογική συνείδηση;

Ναι, το θεωρώ, όσο κι αν υπάρχει η τάση να επικεντρωνόμαστε πάντα στα αρνητικά παραδείγματα που κάνουν, εκ των πραγμάτων, περισσότερο «θόρυβο». Βεβαίως, αναγνωρίζω από την άλλη ότι τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια η περιβόητη «κρίση» έχει κάπως αμβλύνει τα αντανακλαστικά μας σε μια σειρά από ευαίσθητα κοινωνικά θέματα όπως είναι κι αυτό της οικολογικής συνείδησης (θέμα που δυστυχώς γίνεται όλο και πιο επίκαιρο, με αρνητικό τρόπο, τα τελευταία χρόνια). Ίσως επειδή έχω και την ιδιότητα του εκπαιδευτικού και συναναστρέφομαι καθημερινά με νέα παιδιά, αισθάνομαι ότι σε κάποιο βαθμό το «οφείλω» σ’ αυτά τα παιδιά να είμαι αισιόδοξος, δίνοντάς τους έτσι ένα παράδειγμα. Όπως ακριβώς οφείλει να κάνει δηλαδή κάθε «δάσκαλος» που παίρνει στα σοβαρά το ρόλο του. Εξάλλου, μέσω αυτής της συναναστροφής παρατηρώ, με μεγάλη μου χαρά, ότι η νέα γενιά είναι πραγματικά πολύ περισσότερο συνειδητοποιημένη οικολογικά (πώς θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε σήμερα που ο πλανήτης ολόκληρος βιώνει ήδη τις συνέπειες μιας οικολογικής κρίσης;) κι αυτό από μόνο του αφήνει, ευτυχώς, ένα περιθώριο ελπίδας για το μέλλον.

Πείτε μου λίγα λόγια για τα προηγούμενα έργα σας ώστε να σας γνωρίσουμε καλύτερα.

Γράφω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου (διάφορα είδη γραπτού λόγου, πέραν του θεάτρου), πριν καλά – καλά ασχοληθώ με οτιδήποτε απ’ αυτά με τα οποία ασχολούμαι σήμερα. Κατά τα τελευταία χρόνια βεβαίως έχω επικεντρωθεί περισσότερο στο θέατρο αλλά και στο κινηματογραφικό – τηλεοπτικό σενάριο (άλλη μεγάλη αγάπη για μένα το σινεμά!).Από πλευράς κινηματογραφικού και τηλεοπτικού σεναρίου θα μπορούσα να αναφέρω το σενάριό μου με τον τίτλο «Ελεύθερη Πτώση» που διακρίθηκε σ’ ένα διαγωνισμό σεναρίου του περιοδικού «Σινεμά» πριν κάποια χρόνια, το σενάριό μου για ταινία μικρού μήκους υπό τον τίτλο «Χάρισέ μου μια Κυριακή», σενάριο που έγινε τελικά ταινία μικρού μήκους και με τη δική μου συμμετοχή σε διάφορα επίπεδα υλοποίησης, πριν από δέκα χρόνια περίπου. Σε θεατρικό επίπεδο και κατά τα τελευταία χρόνια θα σας ανέφερα, μεταξύ άλλων, το μονόπρακτο έργο μου «Η βαλίτσα» με το οποίο συμμετείχα σ’ ένα συλλογικό θεατρικό έργο που παρουσιάστηκε στο θεατρικό φεστιβάλ «Off Off» του θεάτρου «Επί Κολωνώ» πριν κάποια χρόνια, ενώ μετά θα στεκόμουν στο έργο μου με τον τίτλο «DemonStraitor», έργο που διακρίθηκε στο Διαρκές Φεστιβάλ Ελληνικού Θεατρικού Έργου 21ου Αιώνα και στο πλαίσιο αυτής της διάκρισης υλοποιήθηκε σε επαγγελματική θεατρική παράσταση στο θέατρο «Αγγέλων Βήμα», το χειμώνα του 2016. Την ακριβώς επόμενη χρονιά έρχεται η διάκριση του θεατρικού μου έργου «Ήρωες» στο πλαίσιο σχετικού διαγωνισμού του Βιομηχανικού Μουσείου Φωταερίου, διάκριση που οδήγησε σε ανέβασμα του έργου, υπό τη μορφή μιας «site specific» παράστασης, μέσα στον πολύ ιδιαίτερο χώρο της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων. Μάλιστα και σ’ εκείνη την παράσταση διατηρούσα τον «τριπλό ρόλο» του συγγραφέα – σκηνοθέτη – ηθοποιού. Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω ενδεικτικά και το θεατρικό μου έργο «Στο μυαλό ο στόχος!» που έγραψα εντάσσοντας σε κάποιο βαθμό και κάποια χαρακτηριστικά ποιήματα της αξέχαστης Κατερίνας Γώγου. Πρόκειται για έργο που για δύο συνεχόμενες χρονιές υλοποίησα σε μορφή θεατρικής παράστασης και σκηνοθέτησα με ηθοποιούς τους μαθητές μου που συμμετέχουν στην εφηβική θεατρική ομάδα την οποία έχω δημιουργήσει υπό τη άλλη μου ιδιότητα, αυτή του φιλολόγου σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Σας «τρομάζει» η επιτυχία ή η αποτυχία;

Θα έλεγα πως τους επιτρέπω να με «τρομάζουν» μόνο στο βαθμό που τρομάζουν οποιονδήποτε αποφασίζει να καταπιάνεται με τη δύσκολη και απαιτητική τέχνη του θεάτρου, σε επαγγελματικό (δηλαδή όσο γίνεται πιο «υψηλό») επίπεδο. Πάντως όταν σκέφτομαι αυτές τις «δύο πλευρές του νομίσματος», προσπαθώ πάντα να φέρνω στο μυαλό μου τις σχετικές ρήσεις δύο «μεγάλων» και ιδιαίτερα σοφών ανθρώπων του θεάτρου: «Πάντα προσπάθεια. Πάντα αποτυχία. Δεν πειράζει. Προσπάθησε ξανά. Απότυχε ξανά. Απότυχε καλύτερα!» είχε πει κάποτε ο σπουδαίο Samuel Beckett, ενώ ο επίσης σπουδαίος Tennessee Williams είχε αναφέρει με το δικό του, ιδιαίτερο τρόπο: «Η επιτυχία εμποδίζεται όταν επικεντρώνεται κανείς σ’ αυτή και προσπαθεί να την προσχεδιάσει. Είναι ντροπαλή και δεν έρχεται όσο την παρακολουθούμε».
Πιστεύω ότι αυτοί οι δύο, με αυτές τις χαρακτηριστικές ρήσεις τους, τα είπαν όλα και για τα δύο! Τι παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε εμείς;

Ποιά είναι η άποψή σας για τις φετινές τηλεοπτικές σειρές;

Με χαροποιεί το γεγονός ότι μετά από μια μεγάλη περίοδο «ξηρασίας» σε ό,τι αφορά στην ελληνική παραγωγή σειρών μυθοπλασίας (κυρίως λόγω της περιβόητης κρίσης κι εδώ), οι ελληνικές σειρές αρχίζουν να επιστρέφουν στην τηλεόραση, χωρίς αυτή τη φορά να καταγράφονται οι υπερβολές και η κοινώς παραδεκτή προχειρότητα της πληθωριστικής παραγωγής των προ κρίσης χρόνων. Επιτέλους, μπορείς να δεις στην τηλεόραση ελληνικές σειρές καλογυρισμένες και «φροντισμένες» σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στο σενάριο, κάτι που όπως προανέφερα με αφορά άμεσα. Ενδεικτικά θα κατέτασσα στην παραπάνω κατηγορία τη σειρά «Άγριες Μέλισσες» (η πανθομολογούμενη μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία της φετινής χρονιάς), αλλά και τη σειρά «Λόγω Τιμής» (τι ωραίο που είναι «να ξαναπιάνεις το νήμα» της ιστορίας κάποιων χαρακτήρων που σου κρατούσαν τηλεοπτική συντροφιά είκοσι χρόνια πριν και τώρα ξαναζωντανεύουν από τους ίδιους σχεδόν ηθοποιούς, κάποιους εκ των οποίων έχεις στο μεταξύ γνωρίσει προσωπικά και ίσως έχεις συνεργαστεί μαζί τους…).

Μια θεατρική συνεργασία που ονειρεύεστε;

Είναι πραγματικά αρκετές οι συνεργασίες που ονειρεύομαι, καθώς ο αριθμός τους ταυτίζεται με αυτόν των καλλιτεχνών του θεατρικού χώρου που εκτιμώ και θαυμάζω για τη δουλειά τους και τις επιλογές τους. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε κάποιους σκηνοθέτες που χαρακτηρίζονται από την «τόλμη» με την οποία αντιμετωπίζουν τα κλασικά κείμενα (ακόμη και κείμενα των αρχαίων τραγικών που όπως ίσως θα υποπτεύεστε λατρεύω τόσο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης όσο και ως φιλόλογος), χωρίς ωστόσο αυτή να μεταφράζεται σε καμία περίπτωση σε διάθεση φτηνού εντυπωσιασμού με δήθεν «μοντέρνες» ακροβασίες. Σ’ αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσα να αναφέρω ενδεικτικά σκηνοθέτες όπως οι Γιάννης Καλαβριανός, Αργύρης Ξάφης και Ένκε Φεζολάρι. Σε ό,τι αφορά στην άλλη μεγάλη μου καλλιτεχνική «αγάπη», δηλαδή το «πάντρεμα» υποκριτικής και τραγουδιού, θαυμάζω ιδιαίτερα τη δουλειά που κάνει σ’ αυτό τον τομέα με τα φωνητικά της σύνολα η εξαιρετική Σαβίνα Γιαννάτου και αναμφίβολα θα ήθελα πολύ να συνεργαστώ κάποτε μαζί της σε μια τέτοια προσπάθεια.

Αγαπημένες ασχολίες;

Αναμφίβολα το γράψιμο κατέχει μια πρωταγωνιστική θέση μεταξύ των ασχολιών μου, μια και εκτός από το θέατρο (που αναμφίβολα διατηρεί το μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου που αφιερώνω στο γράψιμο), γράφω και κινηματογραφικό – τηλεοπτικό σενάριο, διήγημα (η αγαπημένη μου φόρμα λογοτεχνικού γραπτού λόγου. Είμαι μάλιστα αρκετά κοντά στην έκδοση κάποιων από τα διηγήματά μου στο άμεσο μέλλον), στίχους, αλλά και ποίηση. Ασφαλώς λατρεύω τη φωτογραφία στην οποία έχω κάνει και κάποιες στοιχειώδεις σπουδές, ενώ έχω συμμετάσχει σε κάποιες εκθέσεις, κάτι που υπολογίζω να συνεχίσω και στο μέλλον. Τέλος, όσοι με γνωρίζουν προσωπικά ξέρουν ότι είμαι και «φανατικός» αστικός (και όχι μόνο…) ποδηλάτης. Το ποδήλατο είναι για μένα κάτι πολύ περισσότερο από απλό σπορ. Είναι μια πραγματική «φιλοσοφία ζωής» που κατέχει κεντρική θέση σ’ αυτό που είμαι ως προσωπικότητα. Πραγματικά σημαίνει πολλά και σε πολλά επίπεδα για μένα. Το τελευταίο διάστημα βεβαία οι ποδηλάτες φίλοι μου με είχαν «χάσει» λίγο λόγω των εντατικών προβών, ωστόσο τώρα που ξεκίνησαν οι παραστάσεις του έργου μου νομίζω αποζημιώνονται βλέποντας ότι έχω δώσει στο αγαπημένο μας ποδήλατο έναν αρκετά πρωταγωνιστικό «ρόλο» (περισσότερες λεπτομέρειες δεν προδίδω φυσικά…).

Τα καλλιτεχνικά σας σχέδια για το μέλλον;

Σίγουρα σε αυτά περιλαμβάνεται η σχετικά άμεση υλοποίηση σε παράσταση δύο ακόμη θεατρικών μου έργων. Το ένα από αυτά είναι ήδη έτοιμο, ωστόσο το δεύτερο θέλει ακόμη αρκετή δουλειά, καθώς μάλιστα βασίζεται σε ένα πολύ φιλόδοξο (και γι’ αυτό αρκετά δύσκολο…) «πάντρεμα» δύο τεχνών που, όπως προαναφέρω, αγαπώ πολύ: του θεάτρου και της φωτογραφίας, αλλά με ένα τρόπο που θα διαφέρει πολύ απ’ ό,τι έχουμε δει μέχρι τώρα αναφορικά με αυτόν τον συνδυασμό. Παράλληλα, έχει ήδη δρομολογηθεί η ηχογράφηση σε στούντιο των τραγουδιών της τρέχουσας παράστασής μου «Στον πλανήτη Γη… το γλεντάνε!», τραγούδια των οποίων τους στίχους έχω γράψει εγώ και ερμηνεύω επί σκηνής. Στίχους γράφω όμως και για ένα άλλο μουσικοθεατρικό έργο που ετοιμάζω και που, σύμφωνα με το «πλάνο», σκοπεύω να παρουσιάσω μέσα στην επόμενη χρονιά, σε μορφή και χώρο – «έκπληξη», ενώ θα πλαισιώνομαι και από ένα ακόμη πρόσωπο – «έκπληξη» επίσης. Τέλος, έχουν γίνει ήδη οι πρώτες συνεννοήσεις για τη συμμετοχή μου, με την ιδιότητα του ηθοποιού, σε δύο ταινίες (μία μεγάλου και μία μικρού μήκους), σε δικό μου σενάριο και οι δύο.