Ο Κωνσταντίνος Μπούρας γράφει και αφιερώνει στη: Θεσσαλονίκη, ποιητομάννα

Ζωή Σαμαρά: ψυχούλα, ψυχάρα,
πεταλούδα διάστασης άλλης…
Στην Ατλαντίδα θα ήσουν ιερέας
Στη Λεμουρία θεραπεύτρια
Στην Αρχαία Αθήνα θα έγραφες
ελεγείες και σάτιρες
Στη Φαραωνική Αίγυπτο γεωμέτρης,
αστρονόμος, αρχιτέκτων.
Στη σύγχρονη Ελλάδα φωτεινόπλαγκτος,
παράδειγμα ήσουν είσαι και θα είσαι
Μεθέξεως, Ήθους, θείας Ενσυναισθήσεως…
*
Ηώς-Εσπέρα:
Βυσσινάδα στην Ανατολή
μανταρινάδα στη Δύση.
Βιαστικές πινελιές
αλλά όχι τυχαίες…
Το βίαιο γίνεται χαρωπό
και το αγριωπό μελένιο…
Στην απόλαυση τού παρόντος
ανέμελος γάτος κουλουριάστηκα.
Χρυσή τομή μεταξύ παρελθόντος
και μέλλοντος.
*
Φάος, Φως αιρετικόν
προκαταλήψεων, δεισιδαιμονιών,
Αγνοίας…
Φάος, Φως εξαιρετικόν
αποδοχής, παραδοχής
ελεύθερον,
ανοχής μηδενικής εις το Ψεύδος.
Αλήθεια, Ειρήνη, Ομορφιά:
αδέλφια,
τέκνα Κάλλους κι Αρμονίας…
*
Τη Μέσα Όραση
ενοφθαλμίστηκα,
στο Μηδέν και εις το Αραιόν
εναιωρήθην.
*
Οι ποιητές είναι το άλας
της γης,
το μόνον άλλοθι για τις βαρβαρότητές μας.
*
Τα ποιήματα, η κορυφή ενός παγόβουνου
που δεν έχει ανασκαφεί ακόμα,
γιατί έχει τις ρίζες της βαθιά
στο Πρωταρχικό Πυρ τής Δημιουργίας,
το ζωοποιόν.
*
Πηγή λάβας και πάγου,
πάθους υπερμέτρου
να ενωθούμε σε πυρκαγιά
αποκρυσταλλωμένοι.
*
Ο ποιητής είναι τυχερός
και άτυχος,
γιατί δεν μπορεί να επαφεθεί
στην αμεριμνησία τών γάτων,
στην αλαζονική περιπέτεια
τών πιθηκοειδών….
*
Ενεός μένω πάντα
κάθε φορά που συγκρούομαι
με τον Κοσμικό Φανό.
*
Φως εναγκαλίσθηνν αιωνίως…
*
Ευχαρίας εναγωνίως εξ-
επατρίσθην….
*
Απελπισία τρανή
προαπαιτουμένη
δια κάθε παράτασιν
υπερβάσεως…
*
Αποτίοντας φόρον τιμής
εις το πασιφανές
αρνείσαι παρωπίδες
στρουθοκαμήλου.
Την Ύλην δεν απαρνήθηκα.
Την πλησίασα απλώς
με το υψηλό δυναμικό
μιάς αστραπής.
*
Με τον Μινώταυρο πολέμησαν
στον Λαβύρινθο τής ψυχής σου
και πόθησα να εξακτινωθώ
στο Σύμπαν,
Πυθαγόρου τετρακτύς
να γενώ…
*
Πεθαίνω να εκραγώ
κάθε βραδιά
που σκοτεινιάζει το στερέωμα
λίγο πριν ανάψει τα πετράδια του.
*
Στην Ελένη, τη συχωρεμένη:
Λυχνάρι ήσουν
και φως
στις γειτονιές τών πόθων μας,
εκεί που πόνος στεγάζεται
ασκεπής,
αγύρτης…
Πιστεύω σ’ εσένα
τώρα που έσβησες…
*
Η χλαπαταγή τού Κόσμου
κελάηδισμα τριζονιού
στον τάφο σου αγαπημένη
μέρα.
*
Τα Παγκόσμια Ρεύματα
μαγνητικά, αναπότρεπτα,
νεροτριβή
που ταλανίζει τη Σιωπή
για να την απαλλάξει
από τους γρίφους.
*
Αφέσου στη Ροή,
στο μάγμα που αφέθηκες
να κρυσταλλωθείς…
*
Δεν πονώ πια.
Πόθησα να επιστρέψω
στ’ άστρα,
στην κρύα μοναξιά τους
να αποκαθαρθώ.
*
Με τις περσείδες
στον ουρανό
στεφάνωσα το αστέρι
τών Χριστουγέννων
το πεντάκτινο,
με τους μάγους
τους ευσεβείς
από την Βαβυλώνα.
*
Περιπεσών εναργής
εις περιπέτειαν φαιογάλακτον
ενέπνευσα περιδεής
ένα λουλούδι ν’ ανθίσει
καταχείμωνο.
*
Με σύμβολα κολύμβησα,
σε θάλασσα μαθηματικών
επνίγηκα,
με σύμβολα πάνοπλοι
οι διασώστες ήρθαν.
*
Την περιουσία μου την
κουβαλώ καθημερινά μαζί
με το ζωοδόχον ύδωρ,
το ζωοποιούν πυρ,
τη μάννα Γαία,
τον προπέτην άνεμον,
τον υψιπετήν αιθέραν,
θάλασσα απατηλήν
φευγαλέων Ερώτων
προς το Αχανές τείνοντας,
εις το Αχανές συμβάλλοντες,
εκ του Αχανούς ορμώμενοι…
Τον πλούτο να τον κουβαλάς
μαζί σου.
Ό,τι δεν δύνασαι περισσεύει.
*
Δώσε, Θεέ μου, να έχω πάντα
καθαρό μυαλό
όταν πορεύομαι
στις φτωχογειτονιές τής οικουμένης.
*
Φτώχεια δεν φοβάμαι
Κεραυνούς δεν τρομάσσω.
Παλαιά ψυχή, αλεξιθάνατος,
πλούτη τραβά,
πλούτη απωθεί,
πλούτη χαρίζει,
διαμοιράζοντας τα ιμάτιά της
εις τους επαίτας τού ελέους.
*
Αποδέξου τη στιγμή
Υποδύσου τον ρόλο
Ενδύσου το Αχώρητου
Διάδωσε το Άφατο
κι η Αθανασία θα σού χαριστεί
τότε που δεν θα έχει πια για σένα
κάποιο νόημα.
Ξέρετε κανέναν αετό
να ευλαβείται το πέταγμα;
Αμέσως μόλις νιώσει δέος
θα πεθάνει.
Σαν τον Ίκαρο.
*
Αλέξανδρος Τριανταφύλλου:
Ρόδο της νύχτας, αμάλαγο,
ραδιοφωνικό, ραίνεις με νέκταρ
τις Ερινύες τής μοναξιάς μας.
*
Η Ποίηση είναι απλή.
Φτάνει να ξέρεις ν’ ανασαίνεις
ωσάν κοράλλι.
Η Ποίηση είναι εύκολη.
Φτάνει να γνωρίζεις την
διαφορικήν εξίσωσιν
τών αλχημιστών.
*
Σκοτεινιά: καύσιμο
για πτήσεις υπερκόσμιες,
σ’ ευγνωμονώ
που με πήγες τόσο μακριά
αναζητώντας το Φως
το Ανέσπερον.
*
Επιτύμβιον:
Παράλληλους κόσμους έπλασα
με το πυρ το εξώτερον,
υλικό και όπλο.
*
Συνέντευξη στην Ζωή Λιάκα:
Πλήρωσα πολύ ακριβά τα άριστα
τής ζωής μου.
Σώθηκα χάρη στην εργατικότητα,
στην ακόρεστη δίψα για Γνώση
και στην ακλόνητη πίστη μου
πως ο Άνθρωπος είναι φύσει καλός.
*
Ποίηση: δώρο μοναξιάς,
αντίδωρον ευαισθησίας…
*
Στην φίλη μου Μαριάννα Καλαϊτζή:
Έκλαψα σαν είδα
ψάρι να σπαρταράει
έξω από το νερό.
Μα ο ψαράς δεν νοιαζόταν
ή δεν ήξερε πώς να το ευ-
θανατώσει.
Πόσο συμπονετικοί είμαστε
με τα ζωντανά,
πόσο άσπονδοι με τα
ανθρώπινα!
“Ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά…”.
Και το ψάρι πέθαινε αργά και βασανιστικά,
γυμνό, σε κοινή θέα, χάνοντας και τη
στερνή αξιοπρέπεια,
λιμοκτονώντας για το σπίτι του,
διψώντας για του βούρκου το βυθό,
αλμυρό βάσαννο-σάβαννο…
Δίπλα του ακριβώς, ερωτευμένοι
νέοι δοξολογούνε τη ζωή
άνευ μεταλήψεως θανάτου.
*
στην πολυαγαπημένη μου νεράϊδα
Φιλιώ Τριανταφυλλίδου
για το δημιούργημά της στην Κέα
ΑΛΣ ΜΑΡΜΑΡΕΪ (λαμπερή θάλασσα,
στον Όμηρο):
Από τον Λαβύρινθο τών Γνώσεων
σώθηκα χάρη
στον μίτο
της Αναΐδος-Φιλιώς-Terra-Τριαντα-
φυλλίδου…
Αλς Μαρμαρέϊ, συγκρότημα κατοικιών,
Αλς Μαρμαρέϊ, έγραψεν ο Όμηρος
κι ο συνάδελφος μηχανικός
Πάνος Ευσταθόπουλος
εποίησεν εν Κέα
με τον Σιμωνίδην τον Κείον
οδηγόν και σύμμαχον
κι όλους εμάς συμπαραστάτες,
υποστηρικτές κι ακολούθους
φωτοδότες
φάρου Απολλωνίου
Πυρός
εναλίου….
*
ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ
[ικέτης-οικέτης]
*
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ-ΕΝΘΥΜΗΣΙΣ:
Στον βάλτο κολύμπησα
χέλι χρυσόμαλλο
με γλυσίνες και νούφαρα
στεφανωμένος.
Σ’ όχθη δεν βγήκα
να χαϊδέψω το είδωλό μου
στην επιφάνεια τού νερού.
Τής αξίας μου εκτίμηση
δεν ηύρα από την οικογένεια,
αλλά από τον περίγυρο.
Κάτι είναι κι αυτό.
Οι φίλοι είναι η αποζημίωση
τού Θεού για τους συγγενείς.
Έμαθα να μεταβολίζω το πικρό
σε γλυκύ
και το πονεμένο σε ευλογημένο…
Έτσι σαν ήρθανε οι θηρευτές
δεν κατάφεραν να με ψαρέψουν.
Χρυσαετός έχω γενεί
και πετάω σε κορυφές
απάτητες
από πόδι ανθρώπου…
Με το Πνεύμα τού Βουνού
και τους Φωτοδότες Γίγαντες
τώρα πορεύομαι
κι υψιπετώ
μηδέποτε σερνάμενος.
“Κι εσείς μπορείτε.
Κι ακόμα περισσότερα”.
Σας θυμίζει κάτι;
Εφαρμόστε το!!! Εφορμάτε!!!
Και τότε θα δείτε τα σύννεφα
από ψηλά
και τους κυνηγούς σας
σαστισμένους…
Μην φοβείστε κανέναν
έξω από τον ίδιον τον εαυτό σας.
*
Στέλιος Βαμβακάρης:
“Σ’ αυτόν τον κόσμον τον κακό”
Αν το μάτι σου είναι βαθιά
ξερριζωμένο, σίγουρα συγγενείς
στο έχουν βγάλει.
“Εξ οικείων τα βέλη”, πάντα,
λέγανε οι αρχαίοι Έλληνες
ορθώς.
Μα εμείς ακόμη να διδαχτούμε.
*
Κάηκε κι αυτή η μέρα
σε ηλιοβασίλεμα λαμπρό.
Με όνειρα τώρα και Τέχνη
θα ξορκίσουμε το Σκοτάδι,
θα μπαλώσουμε το Κενό
με τη σημαία τών πόθων μας
και – πού θα μάς πάει –
σε στρόβιλο θα σάς συν-παρα-
σύρω θετικής επ-ενεργείας.

Κωνσταντίνος Μπούρας
http://www.konstantinosbouras.gr