Νιόβη Ιωάνου “Στην Πυρά”

Γράφει, ο Δημήτρης Βαρβαρήγος

Στην Πυρά, ο τίτλος της 5ης ποιητικής συλλογής της Νιόβης Ιωάννου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μανδραγόρας.

Η συλλογή απαρτίζεται από 58 ποιήματα μεταξύ των οποίων και τρία μπονζάι πεζόμορφα ως απόρροια έντονης μνήμης και άσβεστων συναισθημάτων.

Η συλλογή ξεκινάει με επώνυμο ποίημα: «Στον Αλέξανδρο» (όχι το μοναδικό) που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι αφιέρωση της συλλογής, σε αυτό το πρόσωπο.

Στον Αλέξανδρο
Όταν βρεθούμε μια μέρα θα έχουμε την ίδια ηλικία
Έτσι θα καταλάβεις το κλάμα μου μέσα στα άσπρα σου μαλλία
Τότε θα ξαναζήσουμε τις ώρες που χάσαμε
Διαβάζοντας τους «τριάντα απ’ το Παρίσι»
Μέχρι να πέσει ο πυρετός
Μικρό κορίτσι εγώ σε νοιάζομαι
Μικρό αγόρι εσύ να πιστεύεις στα ψέματα

Δεν θα μπορούσε πιο πολύ -με αυτόν τον αληθινά ουσιαστικό λόγο- να καταδείξει η ποιήτρια, την προσωπική της ανθρώπινη ευαισθησία, από στιγμές που γράφτηκαν ανεξίτηλα στην μνήμη της.
Και με αυτό το ίδιο ανεξίτηλο μελάνι, που γράφτηκαν μέσα της, εμφανίζονται στην παρούσα συλλογή, τα περισσότερα ποιήματα, βασισμένα ακριβώς σε αυτές τις μνήμες από στιγμές που άγγιξαν την ψυχή της κι άφησαν εμπειρίες κι έμπυρες μαθητείες για τη ζωή και τον άνθρωπο.
Κάλλιστα θα ονόμαζα αυτή την συλλογή, οικογενειακή σάγκα καθώς παρουσιάζονται παιδικές μνήμες που αντανακλούν ισάριθμές εποχές-πτυχές της ζωής, εναρμονισμένες στην ποιητική εκφορά ύφους της Νιόβης Ιωάννου.
Στο μικρό πεζό αφήγημα, «Τώρα θα παίξουμε» -και όχι μόνο σε αυτό-, καταγράφει η ποιήτρια με ισάξια λεκτική ευχέρεια, απέναντι στον υπερρεαλισμό, μνήμες από την εποχή των παιδικών της χρόνων.

Μικρό απόσπασμα από το αφήγημα: Η μάνα μου με ζύμωνε με λάδι και νερό. Μετά άναβε ένα αγκάθι και προσευχόταν. Θα ήταν μια καλή, συνετή γυναίκα αν δεν την ακολουθούσε εκείνη η άσπρη γραμμή από γάλα στα χείλη της. Ίσως και να την πίστευα ακόμα κι όταν μου έλεγε πόσο πολύ μ’ αγαπάει. Η μάνα μου με βρήκε στις όχθες μιας ήσυχης λίμνης. Το πρόσωπό μου είχε το χρώμα της σκουριάς . «Τώρα θα παίξουμε», είπε και άρχισε να με φυσάει στο στόμα.

Σε κάθε ποίημα -ειδικά σε αυτή την συλλογή- υπάρχει μια νοερή κατάθεση, έντονα συναισθηματική. Με ετούτο το πνευματικό της κλειδί ανοίγει την ψυχή της στο φως, να γεμίσει χρώματα και θέρμη. Να μιλήσει για τα μεγάλα και σπουδαία κεφάλαια που δομούν τις ανθρώπινες καταστάσεις.
Το ίδιο κλειδί, το δικό της κλειδί, δίνει στον αναγνώστη να ξεκλειδώσει και την δική του ψυχή και να βγάλει στο φως τις δικές του παράλληλες μνήμες, τα δικά του βιώματα, τις δικές του αισθήσεις και κόσμους ψυχικούς.

Σαν μαγικό καταπραϋντικό η γραφή της ψηλαφίζει ως επείγουσα ανάγκη τον έσω κόσμο της, καταγράφοντας με υψηλή οξύνοια τις θεματικές των ποιημάτων της. Σχέση, προδοσία, ψέμα, θλίψη, έλλειψη, φυγή, πόνο, απουσία, αναζήτηση, σιωπή, επιθυμία, απαξία, μοναξιά, συντροφικότητα, αγάπη, μητρότητα.
Βασικά συστατικά στοιχεία για το ποιητικό της έργο στην Πυρά, και σαν βαθιές ρωγμές τα ποιήματα της χαράζουν συνειδήσεις, δίνουν αγαλλίαση ή ανοίγουν πληγές και φωτίζουν πορείες ή ελλείψεις που δομούν τον ψυχικό κόσμο των ανθρώπων.

Απόψε που λείπεις
Θα ‘ρθω απόψε που λείπεις
θα ‘ρθω να ξεριζώσω την αυλή
ως τη ρίζα του δυόσμου
ν’ ανέβει η θάλασσα χλωμή ως τα μάγουλα
να γείρει
στο λευκό μαξιλάρι
θα ‘ρθω απόψε που λείπεις
να σε κοιτάξω στα μάτια
απόψε που λείπουν οι σημασίες
μια χτένα μαρμάρινη στο περβάζι
ένα λιωμένο σαλιγκάρι σε μια γραμμή από σπίτι
ο φράχτης που φτάνει ως τα χείλη μου
απόψε που λείπεις

Νιόβη Ιωάνου

Κραυγές στη σιωπή, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το βιβλίο, καθώς η θεματική του είναι ανθρωποκεντρική και με βάση την ιδιότυπη έκφραση, που άλλωστε είναι το προσωπικό ύφος της ποιήτριας, αναδεικνύει αισθήσεις που κυοφορούνται σε ανθρώπινους χαρακτήρες που βρίσκονται ελεύθεροι από παιδικά βιώματα ή παγιδευμένοι στον ίδιο τον εαυτό τους και ψάχνουν να καλύψουν κενά μέσα από τη ζωή και την αγάπη των άλλων.
Λέξη τη λέξη αναδεικνύεται ένα φυσικό χάρισμα, στον λόγο και στο ύφος της ποιήτριας, διάχυτο από πνεύμα, διάθεση, αίσθημα και φυσικά, αλήθεια. Έτσι φτάνω στη σκέψη να πω, ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, πως οι ποιητές -και στην εν λόγω αναφορά μου στην Νιόβη Ιωάννου-, διδάσκει με το λόγο της μέσω των γνώσεων, των αισθημάτων και των βιωμάτων της, όσο κι αν αυτό δεν είναι ο σκοπός της τις στιγμές που ενασχολείται με αυτόν.
Η σκέψη αυτή απορρέει από την δυναμική του ύφους της, πως για να γραφτεί ένα καλό ποίημα είναι απαραίτητο ο δημιουργός του να κατέχει ένα μέτρο έμπειρης σοφίας που να αναδεικνύεται σε όλη τη διαδρομή του ποιήματος και να δίνει νόημα και στοχασμό στη μοναδικότητα των σημείων του και στους απλούς ως και πολυποίκιλους και πολύπλοκους συμβολισμούς. Κι αυτό ακριβώς πετυχαίνει στα ποιήματα της, την μοναδικότητα της προσωπικής της απόδοσης.
Ανάγκη επιτακτική για την ποιήτρια είναι να ξεφύγει από το πεδίο της επίφασης. Σε κάθε συλλογή της επιχειρεί, να φτάσει ο στοχαστικός λόγος της στο φως, παρουσιάζοντας την αλήθεια της ενεργούς αφύπνισης των σκέψεων της.
Κι αυτό πράττει και το πετυχαίνει ως στρατευμένη στο χώρο του ποιητικού λόγου. Να χτίσει το δικό της σύμπαν με έμψυχα όντα ή άψυχα αντικείμενα ως βασικά υλικά ενός προσωπικού της κόσμου. Οι γυναικείες οντότητες: ως Μαρίες των κλειστών κυκλωμάτων. Το υγρό στοιχείο με πρώτο πρόσωπο τη θάλασσα, και προεκτάσεις του, την βροχή, τη δίψα, την ερήμωση. Η αυλή, το δέντρο, ο σκύλος, το τραπέζι, το ψωμί, η μητέρα, η διαιώνιση.

Στο ποίημα, Ευθείες παράλληλες φαίνεται ξεκάθαρα πως η ποιητική της παρόρμηση διακατέχεται από βιωματικό λυρισμό.

η μητέρα μου ήταν ένα τρένο που σφύριζε
αναζητώντας κάποιον να την προλάβει
κάποιον χωρίς εισιτήριο
χωρίς αποσκευές
αρκεί να είχε γαλανά μάτια και να τον έλεγαν σαν τον πατέρα μου
με τα χρόνια απέκτησε χέρια και πόδια
μάλλον
έγινε κανονική γυναίκα με σύζυγο σπίτι και τρία παιδιά

Τι πιο δυνατά στοιχεία για την δημιουργό από αυτά που έχει πέρα από γνώσεις και φαντασία, να έχει αποκτήσει ωριμότητα και σοφία από τα προσωπικά της βιώματα. Γι’ αυτό και η ποίηση της, ακόμη και που συχνά αγγίζει το υπερεαλλιστικό στοιχείο, δίνει την ευκαιρία στο αναγνώστη να ψάξει τις πτυχές εκείνες που αφορούν τον ίδιο και να τις αναλύσει. Ανάλογα με τις δικές του προσλαμβάνουσες.
Και το πετυχαίνει αυτό η ποιήτρια, από την σκοπιά του ανθρώπου που έχει έτοιμες απαντήσεις για κάθε πρόβλημα και φυσικά ως άνθρωπος με πνεύμα ανοιχτό, δυσανασχετεί και εξοργίζεται με τη ζωή, έτσι όπως αυτή πολλές φορές επιβάλλεται.

Κάθε ποίημα και μια εικόνα από το παρελθόν. Σαν να επιζητά η ποιήτρια μέσα από την λιτότητα της ατμοσφαιρικής γραφής της να βρεθεί πάλι σε εκείνες τις μέρες, όπως τις προσλαμβάνει ένα παιδί με την αθωότητα της νιότης.

Στην Πυρά, ο τίτλος, σαν υποσυνείδητα η ποιήτρια να αποζητάει την λύτρωση που φέρνει το τέλος σε κάθε κακώς κείμενο και το νέο ξεκίνημα που ξεπετιέται από το παλιό να είναι φωτεινό.
Επιδέξια γραφή, με επαναληπτικές κινήσεις και γρήγορες εμφανίσεις με εικόνες της καθημερινότητας. Ακίνητα αντικείμενα. Αληθινά, αλλά παγωμένα πρόσωπα. Παγειωμένες εκφράσεις από στιγμές με μικρές και μεγάλες λεπτομέρειες μιας αληθινής ζωής. Μια γραφή που στο σύνολο της σε φέρνει σε κοντινή εστίαση με τις έννοιες της.