Konstantinos Fais: «Ο Ηρακλής του Αντόνιο Κανόβα»

Έργο με σινική μελάνη

Επιμέλεια: Εύα Πετροπούλου Λιανού

Θεωρώ φρόνιμο να επισημάνω για όσους δεν γνωρίζουν -και έχω την υποψία ότι αποτελούν μεγάλο ποσοστό της σημερινής Ελληνικής κοινωνίας και όχι μόνο- πως οι Νεοκλασικιστές ήθελαν να μιμηθούν την οπτική της αρχαιότητας και το πλέον ιδανικό πρότυπο για αυτήν την αναγέννηση μέσα από την ηθική και την φυσιολατρία, αποτέλεσε η Ελληνική Τέχνη. Μεγαλείο, αίγλη, έμφαση, πραγματισμός, ανάδειξη μοναδικότητας, πρότυπα ηγεμονίας, ενσωμάτωση κοινωνικής, ηθικής και ηρωικής αξίας, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία της και δεν άφησαν ασυγκίνητους τους ανήσυχους καλλιτέχνες της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Ο δε Ιταλός γλύτπης Αντόνιο Κανόβα (1757 – 1822) υπήρξε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του Νεοκλασικισμού στην γλυπτική.

Αισθησιασμός και πραγματισμός είναι τα δύο κύρια γνωρίσματα των δημιουργιών του. Γεννήθηκε στο Possagno, σπούδασε γλυπτική στην Βενετία, το 1781 εγκαταστάθηκε στην Ρώμη, υπήρξε πρόεδρος του πολιτισμικού ιδρύματος San Luca και οι δημιουργίες του ήταν εμπνευσμένες από την κλασσική αρχαιότητα σαφώς. Εργάσθηκε για τον Ναπολέοντα, τον δούκα του Ουέλινγκτον, την Μεγάλη Αικατερίνη και τους πάπες, ταφικά μνημεία των οποίων ανήγειρε στους Αγίους Αποστόλους της Ρώμης. Η πιο διάσημη δημιουργία του είναι η αμφιλεγόμενη απεικόνιση της Παυλίνας Μποργκέζε Βοναπάρτη ως ‘’Αφροδίτης θριαμβεύτριας’’, με την αδερφή του Ναπολέοντα ημίγυμνη σε ένα ανάκλιντρο.

Ο συλλέκτης, κόμης Don Onorato Gaetani dell’ Aquila D’ Aragona (1749 – 1815), παράγγειλε στον Κανόβα ένα γλυπτό να αναπαριστά τον Ηρακλή μαινόμενο να πετάει στην θάλασσα τον Λίχα. Μία ομολογουμένως μεγάλη πρόκληση για τον Ιταλό δημιουργό, αναφορικα με έναν από τους πιο διάσημους μύθους της αρχαιότητας, ως εκ τούτου το ρωμαλέο ύφος ήταν επιβεβλημένο. Ο Κανόβα έφτιαξε ένα μικρό σκίτσο σε κερί, έγραψε το συμβόλαιο στον παραγγέλλοντα και σε τρία χρόνια θα παρέδιδε το έργο με ύψος τριάμισι μέτρα. Λόγω κάποιων συγκυριών η παραγγελία ακυρώθηκε, εντούτοις επανήλθε στο προσκήνιο τρία χρόνια αργότερα από τον πάμπλουτο τραπεζίτη Giovanni Torlonia, επιθυμώντας να τοποθετήσει το έργο στην βίλα του. Τελικά η σύνθεση ολοκληρώθηκε το 1815, όταν ο Κανόβα ήταν 58 ετών. Πάμε τώρα στο θέμα της θεαματικής αναπαράστασης.

Η Ελληνορωμαϊκή γραμματεία μας μεταφέρει πως ο Ηρακλής είχε μόλις κυριεύσει την Οιχαλία για να κερδίσει τον έρωτα της κόρης του βασιλιά της, της όμορφης Ιόλης. Μετά τη νίκη του, για να τιμήσει το πατέρα του, τον Δία, έστησε βωμό στο ακρωτήριο Κήναιο, στη Βόρεια Εύβοια. Τότε έδωσε παραγγελία στο Λίχα, τον υπηρέτη και κήρυκα του να πάει τα λάφυρα στο παλάτι του στην Τραχίνα και να του φέρει έναν χιτώνα και ένα ιμάτιο, προκειμένου να τα φορέσει στην τέλεση της θυσίας. Ανάμεσα στα λάφυρα ήταν και η όμορφη Ιόλη και όταν η σύζυγος του Ηρακλέους, η Δηιάνειρα, έμαθε από τον Λίχα για τον έρωτα του Ηρακλή προς την Ιόλη θορυβήθηκε. Τυφλωμένη από την ζήλεια, πήρε το φυλαγμένο δηλητήριο που της είχε δώσει ο Κένταυρος Νέσσος και πότισε τον χιτώνα που θα ενδυόταν ο ήρωας. Όταν έφτασε ο Λίχας στο ακρωτήριο Κήναιο, παρέδωσε τον χιτώνα στον Ηρακλή, εκείνος τον φόρεσε και άναψε την φωτιά για την θυσία. Όμως ο χιτώνας κόλλησε πάνω στο σώμα του και το δηλητηριασμένο αίμα του Νέσσου διείσδυσε στο δέρμα του.

Η σκηνή που ακολούθησε είναι αποκρουστική. Όπου τραβούσε να ξεκολλήσει από πάνω του το εμποτισμένο ένδυμα ξεκολλούσαν μαζί και οι σάρκες του. Ο πόνος του Ηρακλή ήταν αβάσταχτος και θεωρώντας τον Λίχα υπεύθυνο εκτόνωσε την μανία πάνω του, εκσφενδονίζοντας τον με όλη την του την δύναμη στον Ευβοϊκό κόλπο. Το σώμα του δύστυχου νεαρού διαμελίστηκε και από τα κομμάτια του -λέει ο μύθος- προέκυψε η συστάδα των Λιχάδων νήσων. Η δε Δηιάνειρα, όταν επληροφορήθη το όλο σκηνικό κρεμάστηκε. Αυτήν ακριβώς την στιγμή που κορυφώνεται η μυϊκή ορμή του Ηρακλέους, αποτύπωσε ο Κανόβα στο έργο του…Έχω αποτυπώσει ολόκληρη την σύνθεση μέσα από την πένα μου, πάραυτα εν τη προκειμένω εστίασα εικαστικά στο δεξί πόδι του ήρωα.

Ο λόγος προφανής…εσωκλείει ωσάν αριστοτεχνική μικρογραφία, ακριβώς την φυσική κορύφωση της μυϊκής δύναμης του ήρωα αλλά και της τραγικότατης στιγμής εν συνόλω, λεπτομέρεια, θεωρητικά ικανή, να αποτελέσει προοίμιο για την ολιστική θεώρηση της σκηνοθεσίας. Η τω όντι αναλυτικότατη ανατομική προσέγγιση θαρρώ πως ολοκληρώνεται στην αντίληψη των ονύχων και το ανασηκωμένο μικρό δάχτυλο του ήρωα. Εν κατακλείδι, εκ κορυφής μέχρι ονύχων, πρόκειται για ένα ακόμη απαύγασμα καλαισθησίας αλλά και συγκίνησης. To κολοσσιαίο μαρμάρινο αριστούργημα εκτίθεται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης, στην Ρώμη

polismagazino.gr