Πέτρος Κοτζαμπάσης: Φωτογραφίζω καθημερινά τα «πλούτη» της καθημερινότητας

Συνέντευξη του φωτογράφου Πέτρου Κοτζαμπάση στον Ανδρέα Κατσικούδη για το polismagazino.gr

Γεννήθηκα στην Κομοτηνή, μια μικρή πόλη της Β. Ελλάδος, όπου ζούσα μέχρι και πέρυσι (2021) που μετακόμισα στην Ξάνθη. Το αντικείμενο των σπουδών μου, καθώς και η εργασία από την οποία βιοπορίζομαι, δεν έχουν καμία σχέση με την φωτογραφία.

Η ενασχόληση μου με το συγκεκριμένο αντικείμενο ξεκίνησε το 1985 και ήταν θα έλεγα συμπωματική, στο πλαίσιο των γενικότερων αναζητήσεών μου εκείνης της εποχής.

Ποτέ δεν είχα κάποιο δάσκαλο στη φωτογραφία και αν σκεφτούμε ότι την εποχή που ξεκίνησα την ενασχόλησή μου με το συγκεκριμένο αντικείμενο, στην επαρχία η πληροφορία ήταν πολύ περιορισμένη, καταλαβαίνετε ότι χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια  για να κατακτήσει κανείς ακόμη και τα πιο απλά. Αργότερα, με το διαδίκτυο, η πληροφορία ήταν ευκολότερα προσβάσιμη όπως και η ανταλλαγή απόψεων και προβληματισμών με άλλα άτομα που είχαν κοινά ενδιαφέροντα με εμένα.

Η σχέση μου με τη φωτογραφία  είναι ερασιτεχνική. Βέβαια, θέλω να διευκρινίσω, ότι όταν λέω ερασιτεχνική, εννοώ ότι ενώ δεν βιοπορίζομαι από την φωτογραφία η ενασχόλησή μου με αυτή καλύπτει ένα πολύ μεγάλο μέρος της καθημερινής μου ζωής. Όπως ακριβώς “ερασιτεχνική” είναι συνήθως η σχέση των ποιητών με την ποίηση. Άλλωστε νομίζω ότι η καλλιτεχνική φωτογραφία, όπως και η ποίηση, δεν αφήνει περιθώρια βιοπορισμού παρά μόνο σε ελάχιστες, πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Δεν έχω κάποιο πρότζεκτ που δουλεύω. Φωτογραφίζω καθημερινά τα «πλούτη» της καθημερινότητας. Δεν επιδιώκω παρά την στιγμή που η αφήγηση γίνεται περιττή, με σκοπό να δημιουργήσω ένα νέο σύμπαν, όπου όλα είναι φανερά και όμως κάτι κρύβουν. Όχι με σύμβολα, αλλά με υπαινιγμούς, επιζητώντας η φωτογραφία μου να γίνει στον θεατή της  ο μεταφορέας της έντασης που ένιωσα όταν σήκωσα την φωτογραφική μου μηχανή. 

Έχω συμμετάσχει σε αρκετές ομαδικές και ατομικές εκθέσεις. Το 2014 εκδόθηκε το φωτογραφικό άλμπουμ με την δουλειά μου “Εμμονές” και το 2021 το βιβλίο με τίτλο “Η Αέναη Αναπνοή του Πελάγους”.

Δεν έχω ασχοληθεί με καμία άλλη μορφή τέχνης σαν δημιουργός, αλλά τις απολαμβάνω όλες. Περισσότερο όμως απολαμβάνω τη λογοτεχνία και την ποίηση, η οποία νομίζω αποτελεί και την σημαντικότερη πηγή έμπνευσης μου.

Πιστεύω ότι έμπνευση παίρνω από τα πάντα. Από φωτογραφίες, από ζωγραφικούς πίνακες, από συζητήσεις από την λογοτεχνία και την ποίηση, αλλά σίγουρα και από τη φύση που είναι και ο καμβάς πάνω στον οποίο δουλεύουμε.

Χρησιμοποιώ μια φωτογραφική μηχανή και ένα σταθερό φακό, γιατί νομίζω ότι αυτός ο περιορισμός βοηθά την δημιουργικότητα μου. Γενικά πιστεύω ότι στην φωτογραφία που κάνω δεν έχει μεγάλη σημασία ο εξοπλισμός, αλλά ο φωτογράφος και η δυνατότητά του να μπορεί να “βλέπει” και αυτήν μπορεί να την βελτιώσει μόνο με πολύ δουλειά και με συνεχή προσπάθεια πνευματικής καλλιέργειας του ίδιου του φωτογράφου.

Για να είμαι ειλικρινής δεν γνωρίζω αν αυτό που λέμε ταλέντο υπάρχει. Σίγουρα αυτό που χρειάζεται είναι πολύ δουλειά και για να μπορείς να το κάνεις αυτό πρέπει να παρακινείσαι από μεγάλη αγάπη για την φωτογραφία

Από το περιβάλλον μου όσοι δεν ασχολούνται με την φωτογραφία θα έλεγα ότι είναι αδιάφοροι για αυτή την αγάπη μου. Παλιότερα ήταν και επικριτικοί, αλλά με τον καιρό το πάθος μου έγινε μάλλον αποδεκτό κι από αυτούς.

Συνήθως με χαρακτηρίζουν ως “φωτογράφο δρόμου”. Παρόλα αυτά δεν μου αρέσει να διαχωρίζω την φωτογραφία σε είδη. Πιστεύω ότι είναι μια και μου αρέσει κάθε φωτογραφία που θα καταφέρει να μου δημιουργήσει ένταση ανεξάρτητα από την θεματολογία της και την τεχνική της.

Φυσικά έχω επηρεαστεί από το έργο των μεγάλων φωτογράφων. Το σημαντικό βέβαια είναι, παίρνοντας όλα αυτά τα ερεθίσματα να καταφέρεις να τα επεξεργαστείς μέσα σου, να δημιουργήσεις την δική σου προσωπική ματιά και κατ’ επέκταση το αποκλειστικά δικό σου έργο. Θαυμάζω όλους αυτούς τους δημιουργούς που κατάφεραν να αποκαλύψουν ένα κόσμο αποκλειστικά δικό τους που δεν θα μπορούσα να τον φανταστώ αν δεν υπήρχαν.

Για αρκετά χρόνια δίδασκα καλλιτεχνική φωτογραφία σε διάφορες ομάδες στην βόρεια Ελλάδα. Για την ακρίβεια στα συγκεκριμένα μαθήματα προσπαθούσα να βοηθήσω τους συμμετέχοντες να μάθουν να “βλέπουν”. Πιστεύω ότι το σημαντικότερο για να κάνεις καλλιτεχνική φωτογραφία είναι να σταματήσεις να κοιτάς αδιάφορα και να αρχίσεις να “βλέπεις”. Το μόνο που μπορεί να διδαχτεί είναι αυτό, γιατί η τέχνη δεν έχει συνταγές και αρχές. Η τεχνική στην φωτογραφία σίγουρα διδάσκεται, αλλά ταυτόχρονα είναι και το πιο απλό μέρος  –  αρκεί κάποιος να διαβάσει το εγχειρίδιο της φωτογραφικής του μηχανής. Ο δάσκαλος που αγαπά αυτό που κάνει και δεν επιθυμεί να δημιουργήσει κλώνους, αλλά επιβραβεύει την ελευθερία έκφρασης των μαθητών του, είναι ο καλός δάσκαλος κατά την γνώμη μου.

Την τέχνη δεν μπορούμε να την ορίσουμε, ούτε να την περιορίσουμε, μπορούμε να την αισθανθούμε. Αντίστοιχα και η φωτογραφία που καταφέρνει να μας κάνει να νιώσουμε αισθήματα που ενδεχομένως και να μην έχουν καμία σχέση με αυτό που αισθάνθηκε ο δημιουργός της, μπορεί να χαρακτηριστεί ως καλλιτεχνική. Αυτή η απόλυτη ελευθερία της καλλιτεχνικής φωτογραφίας να οδηγεί τον κάθε θεατή σε διαφορετική ανάγνωση είναι το σημαντικότερο και πιστεύω ότι η ύπαρξη λεζάντας ή κειμένου το μόνο που κάνει είναι να περιορίζει την πετυχημένη φωτογραφία ή στην αντίθετη περίπτωση να προσπαθεί (ανεπιτυχώς πάντα) να δημιουργήσει ενδιαφέρον σε μια αδιάφορη φωτογραφία.

Θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του σπουδαίου Αλμπέρ Καμύ: «Έρχεται μια μέρα που από πικρία γινόμαστε τόσο αδιάφοροι που τίποτα δεν μας αγγίζει. Όλα μας φαίνονται γνώριμα. Όλα τελειώνουν για να ξαναρχίσουν. Είναι η ώρα της εξορίας, της παρακμής, του θανάτου της ψυχής… Κάποια πρωινά, στη στροφή του δρόμου, μια γλυκειά δροσοσταλίδα πέφτει στην καρδιά, αφήνει τη γεύση της και χάνεται. Η δροσιά της όμως παραμένει, και αυτήν αποζητά η καρδιά μας. Από εδώ πρέπει να ξαναρχίσω».  Αυτή η «γλυκιά δροσοσταλίδα» είναι ο στόχος μου.