Γρηγόρης Τεχλεμετζής: Κυκλοφορώ μόνιμα με μια τσάντα με βιβλία και προσπαθώ να ξεκλέψω χρόνο να διαβάσω

Συνέντευξη στη Μαίρη Γκαζιάνη

Ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής ζει στην Αθήνα. Σπούδασε χημικός στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Είναι απόφοιτος του κοινού μεταπτυχιακού προγράμματος Δημιουργικής Γραφής του ΕΑΠ και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Η μεταπτυχιακή του εργασία είχε θέμα την ψυχαναλυτική κριτική της λογοτεχνίας και την εφαρμογή της στην πεζογραφία του Μάριου Χάκκα. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά (έντυπα και διαδικτυακά). Έχει εκδώσει μία συλλογή διηγημάτων και δύο μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων το μόνο ιστορικό μυθιστόρημα για τον ποιητή Αρχίλοχο (Ο Αρχίλοχός του, Γαβριηλίδης, 2016). Από το 2011 διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό Ο Σίσυφος. Επίσης, ασχολείται με την κριτική λογοτεχνικών έργων ποίησης και πεζογραφίας, δημοσιεύοντας κείμενά του σε λογοτεχνικά περιοδικά. Έχει παρουσιάσει βιβλία συναδέλφων του σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις και έχει επιμεληθεί πολλά αφιερώματα στον Σίσυφο Ελλήνων λογοτεχνών, ενώ συμμετείχε με κείμενά του σε αφιερώματα περιοδικών και συλλογικών εκδόσεων.

ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Είστε συγγραφέας. Μιλήστε μας για τον άνθρωπο Γρηγόρη.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΤΕΧΛΕΜΕΤΖΗΣ: Είμαι πολύ μοναχικός. Ο χρόνος μου μοιράζεται μεταξύ της βιοποριστικής δουλειάς μου, της οικογένειάς μου, των διαβασμάτων μου και της συγγραφής. Δεν υπάρχει χρόνος για κοινωνικές επαφές και τους ελάχιστους φίλους μου τους βλέπω σπάνια. Κυκλοφορώ μόνιμα με μια τσάντα με βιβλία και προσπαθώ να ξεκλέψω χρόνο να διαβάσω. Στο σπίτι, στα διαλείμματα της δουλειάς μου, σε ένα παγκάκι, οπουδήποτε… Είμαι ο σημερινός άνθρωπος που διαρκώς τρέχει. Ένας Σίσυφος που προσπαθεί να νοηματοδοτήσει τη ζωή του, όπως λένε ο Καμύ και οι υπαρξιστές. Αγαπώ τις ταινίες και το θέατρο. Συχνά πηγαίνω μόνος μου σε παραστάσεις και μετά περπατάω για να σκεφτώ τους χαρακτήρες και να «ζήσω» τον απόηχο του έργου, κυρίως στα αξιόλογα έργα.

Μ.Γ.: Ποιο ήταν το έναυσμα ώστε ν’ ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Γ.Τ.: Από πολύ μικρός μου άρεσε να πλάθω φανταστικές ιστορίες για να δραπετεύω από την πραγματικότητα. Αυτό μου έγινε τρόπος ζωής. Χρησιμοποιώ τη φαντασία για να αντέξω την πραγματικότητα ή για να την κάνω πιο διασκεδαστική. Από ένα σημείο και μετά άρχισα να γράφω αυτές τις ιστορίες. Μετά θέλησα να τις μοιραστώ με άλλους, γιατί έτσι ξεφόρτωνα το βαρύ φορτίο που συχνά έκρυβαν. Όταν διάβασα ψυχανάλυση κατάλαβα τι ακριβώς έκανα με αυτόν τον τρόπο. Αυτό που κάνει η art therapy. Σημαντικό ρόλο στην αρχική διαμόρφωση αυτής της τάσης είχε ο παππούς μου, που μου αφηγούταν με μορφή παραμυθιού τροποποιημένες ιστορίες από τη Μικρά Ασία, στην οποία έζησε. Έτσι κατάλαβα, από πολύ νωρίς, ότι όσο και αν είχε σκληρές εμπειρίες, εξορίες, προσφυγιά και τόσα άλλα, μπορούσε να βρει έναν τρόπο να τα κάνει όμορφα και να συμφιλιωθεί μαζί τους.

Μ.Γ.: Υπήρξε κάποιος άνθρωπος που σας ενθάρρυνε στα πρώτα σας συγγραφικά βήματα;

Γ.Τ.: Όχι. Μπήκα στο χώρο της λογοτεχνίας μόνος. Έφαγα συχνά τα μούτρα μου, αλλά τελικά κάτι, ίσως, να έμαθα. Για μένα η λογοτεχνία είναι ανάγκη και όχι χόμπι.

Μ.Γ.: Τι είναι αυτό που δεν αντέχετε ως άνθρωπος ή/και ως συγγραφέας;

Γ.Τ.: Γενικά είμαι πολύ ευαίσθητος. Τι να πρωτοπώ; Δεν ξέρω. Δεν αντέχω πολλά πράγματα και το παραμικρό νιώθω ότι με πονάει. Όταν βλέπω κάποιον να υποφέρει συναισθάνομαι τον πόνο του. Πλάθω μια ιστορία με όλη την προϊστορία και τα παρεπόμενα της κατάστασής του. Προσπαθώ να τον καταλάβω, αλλά πολλές φορές αυτό είναι πολύ οδυνηρό.

Μ.Γ.: Το νέο βιβλίο σας έχει τον τίτλο «Μυθολογήματα». Με τι έρχεται σε επαφή ο αναγνώστης στις σελίδες του;

Γ.Τ.: Μάλλον εννοείτε την πρώτη μεγάλη ενότητα του βιβλίου. Επιδιώκω να υπάρχει μια απλή ρεαλιστική ευχάριστη ανάγνωση και στη συνέχεια ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, που τέρπουν τους αναγνώστες με πιθανές ταυτίσεις και  με την ηδονή της αφήγησης. Είναι παραφθορές της ιστορίας και των μύθων. Μια προσπάθεια ανατροφοδότησης των νοημάτων των παρακαταθηκών αυτών, με βάση σύγχρονα δεδομένα. Έτσι παρελθόν και παρόν εμπλέκονται. Όλα ερμηνεύονται με καθαρά υποκειμενική ματιά.

Μ.Γ.: Ποιο ήταν το κίνητρο ώστε να γράψετε το συγκεκριμένα μικρά πεζά;

Γ.Τ.: Στη δεύτερη ενότητα του βιβλίου, τα «Δέκα μικρά πεζά», χαρακτηριστικό είναι τα ανοιχτά ερωτήματα που αφήνουν, όπως και οι εκδοχές απαντήσεων. Ήθελα να αποτυπώσω συγκεκριμένες καταστάσεις που έζησα ή έζησαν κοντινοί μου άνθρωποι και μέσα από αυτά να αγγίξω διαχρονικά θέματα, όπως ο έρωτας, ο θάνατος, η αίσθηση της ομορφιάς, η δουλειά, η κλοπή, η πίστη στον Θεό κ.τ.λ.

Μ.Γ.: Κατά τη διάρκεια της συγγραφής τα προσωπικά συναισθήματα του συγγραφέα εκφράζονται μέσω της γραφής του;

Γ.Τ.: Πιστεύω πως ναι. Αν ο συγγραφέας προσποιείται το κείμενο μοιάζει ψεύτικο και ο αναγνώστης το καταλαβαίνει. Ειδικά στα δικά μου βιβλία τα συναισθήματά μου παίζουν μεγάλο ρόλο. Ακόμα και σε βιβλία που ο ήρωας είναι μακριά από τον συγγραφέα, υπάρχει ισχυρή ενσυναίσθηση του γράφοντα για τον μυθιστορηματικό χαρακτήρα. Δηλαδή, ο λογοτέχνης «ζει» το έργο του την ώρα που το γράφει.

Μ.Γ.: Υπάρχουν αξίες που ακυρώνονται και άλλες που αναδεικνύονται μέσα από τις μικρές ιστορίες που αφηγείστε;

Γ.Τ.: Ούτε ακυρώνω αξίες, ούτε προάγω καινούργιες. Απλώς σημειώνω ότι πολλά  εξαρτώνται από την υποκειμενική οπτική γωνία. 

Μ.Γ.: Υπάρχει κάποιο βιβλίο που σας επηρέασε ως άνθρωπο ή ως συγγραφέα και ποιο είναι αυτό;

Γ.Τ.: Πολλά βιβλία με επηρέασαν. Χάρις όμως σε ένα θεατρικό έργο, που είδα σε νεαρή ηλικία στο Εθνικό Θέατρο, τον Καλό άνθρωπο του Σετσουάν του Μπέρτολ Μπρεχτ, κατάφερα να ανταπεξέλθω ως εργοδότης. Βίωσα τις μεγάλες αντιφάσεις του ρόλου μου. Τίποτα δεν ήταν ίδιο μετά την παράσταση. Σε όλη μου τη ζωή έγινα ένας αρλεκίνος.

Μ.Γ.: Οι κριτικές παίζουν ή δεν παίζουν ρόλο στην πορεία ενός βιβλίου και γιατί;

Γ.Τ.: Ναι, πιστεύω ότι παίζουν. Είναι ερμηνείες που μπορούν να βοηθήσουν στην πρόσληψη του έργου από τους αναγνώστες. Επίσης, μπορεί να διαφημίσουν ή να δυσφημίσουν, δικαίως ή αδίκως, κάποιο έργο. Οι «αναγνωρισμένοι» κριτικοί μη ξεχνάμε ότι φτιάχνουν τον «λογοτεχνικό κανόνα» και έτσι επηρεάζεται η διαχρονικότητα ενός έργου και το ποια θα διδαχθούν στα σχολεία. Είναι ένα ολόκληρο σύστημα που δικαιώνει και αδικεί.

Μ.Γ.: Ένα βιβλίο πρέπει να έχει μηνύματα ή απλά να ευχαριστεί τον αναγνώστη;

Γ.Τ.: Θα συμφωνήσω με τη σύγχρονη τάση στην κριτική που πιστεύει ότι δεν είναι απαραίτητο ένα έργο να μεταδίδει μηνύματα. Ειδικά όταν αυτά παίρνουν τη μορφή διδακτισμού είναι σαφώς αρνητικά. Αυτό όμως δεν ήταν πάντα δεδομένο. Για παράδειγμα, στην εποχή του Διαφωτισμού κάποιο έργο απαραίτητα θα έπρεπε να διαδίδει κάποιο μήνυμα. Ας σκεφτούμε όμως, για παράδειγμα, τα αστυνομικά μυθιστορήματα ή τα περιπετειώδη και πλήθος άλλα. Μπορεί να είναι λογοτεχνία αλλά να στοχεύουν μόνο στην τέρψη. Συχνά όμως η καλλιτεχνική αποτύπωση εκφράζει άμεσα ή έμμεσα κάποια θέση, κάποια ερμηνεία με βάση την οπτική του συγγραφέα. Με την ευρεία έννοια πολλά έργα μεταδίδουν ένα νόημα ή μια στάση ζωής. Όταν όμως το μήνυμα γίνεται εμμονή και αυτοσκοπός, δρα αρνητικά στη λογοτεχνία.

Μ.Γ.: Αν αναζητούσαμε το βαθύτερο μήνυμα του βιβλίου σας, ποιο θα ήταν αυτό κατά τη γνώμη σας;

Γ.Τ.: Συνήθως δεν απαντώ σε αυτή την ερώτηση, γιατί θέλω ο αναγνώστης να προσλάβει το έργο μου σύμφωνα με τις δικές του συνιστώσες. Αλλά θα μπω στον πειρασμό να πω δυο λόγια για τις προθέσεις μου. Δεν υπάρχει ένα και μόνο μήνυμα. Όλο το σκεπτικό στηρίζεται στην επεξεργασία ιστορικών και μυθολογικών δεδομένων με τελείως ελεύθερο τρόπο. Αυτό δεν είναι φυσικά δική μου εφεύρεση. Το έχουν κάνει πλήθος λογοτέχνες, σε όλη την ιστορία της λογοτεχνίας. Ας αναφέρω για παράδειγμα την Αντιγόνη του Ανούιγ, που είναι τροποποίηση της Αντιγόνης του Σοφοκλή, χρησιμοποιώντας και πιο σύγχρονα στοιχεία. Στην ποίηση ο Καβάφης και ο Σεφέρης χρησιμοποίησαν μυθικά στοιχεία για να αποδώσουν διαφορετικά ή διαφοροποιημένα πράγματα από τις αρχικές προθέσεις των μύθων. Ο Σεφέρης, μάλιστα, θεμελίωσε και θεωρητικά τη «μυθική» του μέθοδο. Υπό αυτή την οπτική γωνία, τα Μυθολογήματά μου είναι ασκήσεις σχετικότητας στην ανάγνωση της ιστορίας και των μύθων και καταδεικνύουν τη σχετικότητα της αλήθειας. Κάποιες φορές μπορεί να προκαλούν. Αλλά κάποια κείμενα είναι έτσι φτιαγμένα που ωθούν τα πράγματα στα άκρα, για να δείξουν ακριβώς αυτό που πρεσβεύουν. Γενικά δεν προτιμώ τη χλιαρή γραφή.

Μ.Γ.: Πιστεύετε ότι οι Έλληνες διαβάζουν; Και τι είδους βιβλία επιλέγουν; 

Γ.Τ.: Οι Έλληνες δε διαβάζουν πολύ. Είναι οι σύγχρονοι ρυθμοί και η παιδεία που τους επηρεάζουν. Όλα τρέχουν μπρος στα μάτια μας και μαζί τρέχουμε και εμείς. Οι πληροφορίες, οι απαιτήσεις, οι ανάγκες, οι εικόνες της τηλεόρασης… Είναι δύσκολο κάποιος να βρει τον χρόνο και την ηρεμία να απολαύσει ένα βιβλίο. Ο Μίλαν Κούντερα, στη Βραδύτητα, έλεγε ότι «η βραδύτητα είναι ο ρυθμός της απόλαυσης και η ταχύτητα ο ρυθμός της λήθης». Θα πρέπει κάποιος να αντισταθεί. Ίσως τα διηγήματα, που είναι πιο σύντομα, θα μπορούσαν να εκφράσουν καλύτερα τους σύγχρονους ρυθμούς. Αλλά οι αναγνώστες στην Ελλάδα προτιμούν περισσότερο τα μυθιστορήματα –κάτι που δεν ισχύει τόσο στο εξωτερικό. Αυτό είναι και ένας από τους λόγους της συλλογής. Να εκφράσει τον σύγχρονο άνθρωπο με τους ξέφρενους ρυθμούς του, θεματολογικά και μορφολογικά. Επίσης, οι περισσότεροι αναγνώστες προτιμούν εύπεπτα βιβλία, που στηρίζονται σε κλισέ, όπως για παράδειγμα τα ερωτικά τρίγωνα. Κάποτε όμως φταίνε και οι λογοτέχνες. Δεν είναι απαραίτητο να είναι κάτι δύσκολο ή βαρετό για να είναι υψηλού επιπέδου. Συνήθως, μάλιστα, ισχύει το αντίθετο. Η απλότητα είναι αρετή. Άλλωστε τα βιβλία γράφονται για να διαβαστούν από τους αναγνώστες και δεν μπορούμε να τους αγνοούμε.

Μ.Γ.: Ποιος είναι ο επόμενος συγγραφικός στόχος σας;

Γ.Τ.: Γράφω ένα μυθιστόρημα. Θέλει πολύ δουλειά ακόμα. Λίγα χρόνια θα έλεγα. Επίσης, γράφω, όπως πάντα εδώ και δεκαεπτά χρόνια, κριτικές λογοτεχνίας και προετοιμάζω το επόμενο τεύχος του Λογοτεχνικού Περιοδικού Ο Σίσυφος που διευθύνω.

Κλείνοντας, θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση και τις πολύ καλές ερωτήσεις σας.

*Το βιβλίο «Μυθολογήματα» του Γρηγόρη Τεχλεμετζή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.


Μαίρη Γκαζιάνη

Γεννήθηκε στα Ιωάννινα.  Μεγάλωσε στην Αθήνα όπου ζει μέχρι σήμερα και εργάσθηκε στον τραπεζικό χώρο. Στο παρελθόν ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με την φωτογραφία, τη ζωγραφική και τα τελευταία δέκα χρόνια με τη συγγραφή. Έχει πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές.

Την περίοδο 2011-2012 υπήρξε ραδιοφωνική παραγωγός στο magicradiolive. Από τον Νοέμβρη 2014 συνεργάζεται με το now24.gr και έχει πραγματοποιήσει πάνω από εξακόσιες συνεντεύξεις, καθώς και σχολιασμούς βιβλίων και θεατρικών παραστάσεων. Το 2016 συμμετείχε στην τηλεοπτική εκπομπή «Καλώς τους» του ΑιγαίοTV πραγματοποιώντας συνεντεύξεις σε ανθρώπους των τεχνών. Διετέλεσε Διευθύντρια Σύνταξης του on line Πολιτιστικού Περιοδικού Books and Style από Ιούλιο 2017 έως Μάρτιο 2018 οπότε αποχώρησε οικειοθελώς.

Μεγάλες της αγάπες είναι το θέατρο και ο χορός με τα οποία έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά κι έχει συμμετάσχει σε θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις.

Τον Μάιο του 2012 κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Σου γράφω…», τον Σεπτέμβρη 2013 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Ένα φεγγάρι λιγότερο» από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία και τον Ιούνιο του 2014 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Τα πλήκτρα της σιωπής»  από τις εκδόσεις ΄Οστρια. Επίσης, το παραμύθι της «Το ψαράκι του βυθού» συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Παραμύθια και Μαμάδες» εκδόσεις Βερέττα 2015.  Τον Ιούνιο 2017 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της «Άλικα βήματα» από την Εμπειρία Εκδοτική. Τον Νοέμβριο του  2019 κυκλοφόρησε το νέο της μυθιστόρημα «Ζάχαρη άχνη» από τις εκδόσεις Ωκεανός. Τον Ιούνιο 2021 κυκλοφόρησε  το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ από τις εκδόσεις Ωκεανός.