Γράφει ο Αλέξανδρος Σταματουλάκης*
Ο Ζαν Πολ Σαρτρ γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου του 1905. Φιλόσοφος, «γκουρού» του υπαρξισμού, μιας φιλοσοφίας με κέντρο τον άνθρωπο και την ατομική του ελευθερία, διάσημος συγγραφέας μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων, άρθρων και φιλοσοφικών δοκιμίων και επίσης αριστερός ακτιβιστής.
Η Σιμόν ντε Μποβουάρ γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου του 1908 και ήταν -επίσης διάσημη- συγγραφέας και αγωνίστρια για τα δικαιώματα της γυναίκας- το «Δεύτερο Φύλο» θεωρείται το κλασικό της έργο.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν στα φοιτητικά τους χρόνια, όταν αυτός την κάλεσε να συζητήσουν για … το γερμανό φιλόσοφο Λάιμπνιτς. Ερωτεύτηκαν και δημιούργησαν μια σχέση που μόνο ο θάνατος τη διέκοψε. Ήταν όμως μια σχέση που δε θα την έλεγες και συνηθισμένη. Αποφάσισαν από την αρχή πως δεν ήθελαν γάμο -γιατί ο γάμος είναι φυλακή- πως θα είχαν ελεύθερη σχέση, θα έλεγαν πάντα την αλήθεια ο ένας στον άλλον και πως ύστερα από δυο χρόνια θα επανεξέταζαν τη σχέση τους -το τελευταίο δεν τους χρειάστηκε.
Αυτός ήταν άσκημος κι εκείνη όμορφη. Την έλεγε κάστορα από την αγγλική λέξη beaver (=κάστορας), επειδή έμοιαζε με το επίθετό της. Εκείνος ήταν ο αγαπημένος της «ανθρωπάκος». Αυτό δεν την εμπόδιζε να βλέπει με συμπάθεια έναν από τους πολλούς φίλους που είχαν. Στο στρατό ο Σαρτρ της γράφει ένα γράμμα τη μέρα, καμιά φορά και δύο.

Γνωρίζουν μια ανέμελη κοπέλα, την Ολγκά, που ο Σαρτρ θέλει να της διδάξει φιλοσοφία. Η Σιμόν νιώθει μια έλξη γι’ αυτήν. Το ίδιο κι ο Σαρτρ κι έτσι εντελώς φυσικά δημιουργήθηκε ένα τρίο, που διαλύθηκε από κάποιες ζήλιες, αλλά η κοπέλα παρέμεινε φίλη. Στον πόλεμο ο Σαρτρ αιχμαλωτίζεται από τους Γερμανούς, απελευθερώνεται και λίγο αργότερα ανεπιτυχώς προσπαθεί να δημιουργήσει μια αντιστασιακή ομάδα, τη «Σοσιαλισμός και ελευθερία». Συγγράφει κάποια έργα που έγιναν γνωστά αργότερα, ενώ η Σιμόν απολύεται από το πανεπιστήμιο ύστερα από παράπονα κάποιων γονέων για την «ελευθεριάζουσα» διδασκάλισσα. Συνήθως δείχνει μια ιδιαίτερη συμπάθεια για φοιτήτριες που θαυμάζουν -ιδιαίτερα επίσης- το Σαρτρ.
Μετά τον πόλεμο καλεσμένος αμερικάνικων φορέων επισκέπτεται την Αμερική και δίνει διαλέξεις. Οι επιτυχίες του στις γυναίκες είναι μεγάλες, αλλά η Ντολόρες ξεχωρίζει ανάμεσά τους. Παρατείνει την παραμονή του στην Αμερική και μένει στο σπίτι της. Όταν επιστρέφει στη Γαλλία, ανακοινώνει στη Σιμόν πως είναι ερωτευμένος και για δυο μήνες το χρόνο θα βρίσκεται στην Αμερική με τη Ντολόρες. Η Σιμόν γίνεται κουρέλι, την πιάνουν οι ανασφάλειές της, αρχίζει να πίνει, αλλά η «συμφωνία» για ελεύθερη σχέση ισχύει. Συγχρόνως ο Σαρτρ βλέπει την Ολγκά, αλλά και την αδελφή της Βαντά. Τις δίνει ρόλους στα θεατρικά που ανεβάζει. «Ποιαν αγαπάς πιο πολύ;» τον ρωτάει η Σιμόν. «Πάρα πολύ τη Ντολόρες, αλλά είμαι μαζί σου» της απαντάει. Εκδίδει το περίφημο λογοτεχνικό περιοδικό «Μοντέρνοι Καιροί» και το μανιφέστο της έκδοσης το αφιερώνει στη Ντολόρες. Τα κουτσομπολιά σε βάρος της Σιμόν θεριεύουν, ενώ ο Σαρτρ ετοιμάζεται να ξαναφύγει στην Αμερική. Απαρηγόρητη η Σιμόν προσπαθεί να βρει παρηγοριά σ’ έναν παλιό φίλο. Ωστόσο η τύχη της χαμογελά. Είναι πια διάσημη με το συγγραφικό της έργο και την καλούν κι αυτήν στην Αμερική για κάποιες διαλέξεις. Όσο θα βρίσκεται στην Αμερική, ο Σαρτρ λογαριάζει να καλέσει τη Ντολόρες στο Παρίσι.
Στην Αμερική η Σιμόν γνωρίζει μεγάλη επιτυχία, αλλά κι έναν μεγάλο έρωτα, το συγγραφέα Νέλσον Όλγκρεν. Επιστρέφει στη Γαλλία, ταξιδεύουν με το Σαρτρ στη Σκανδιναβία και ξαναφεύγει στην Αμερική, για να συναντήσει τον Όλγκρεν. Ο Σαρτρ -έτσι για ισορροπία- καλεί τη Ντολόρες στο Παρίσι.
Κυκλοφορεί το «Δεύτερο Φύλλο» αφιερωμένο στον έρωτά της και μαζί με τα ενθουσιώδη σχόλια δέχεται σκληρές κριτικές και σεξιστικές επιθέσεις. Καθολική Εκκλησία και ΚΚΓ είναι σφοδροί πολέμιοι.
Ο Νέλσον έρχεται στο Παρίσι. Γνωρίζεται με το Σαρτρ και ο φιλόσοφος προσπαθεί να του εκδώσει έργα του στη Γαλλία. Οι τρεις τους ταξιδεύουν στη Β. Αφρική. Όμως η Ντολόρες αρχίζει να σκέφτεται, όπως οι περισσότερες γυναίκες. «Αφού με αγαπάς, ας παντρευτούμε». Έντρομος ο Σαρτρ καταφεύγει στην Μποβουάρ: «Δεν αντέχω τα παντρολογήματα. Ας φύγουμε για κάπου, όπου δε θα μας βρουν» Παρατάει τη Ντολόρες και χάνεται με τη Σιμόν στη γαλλική εξοχή.
Επιστρέφουν και η Σιμόν ξαναφεύγει στην Αμερική. Εκεί όμως ο Νέλσον έχει αλλάξει αισθήματα. Θέλει να παντρευτεί την πρώτη του γυναίκα και λέει στη γαλλίδα ερωμένη «Δε σ’ αγαπώ πια». Η σχέση τους όμως, μέσω αλληλογραφίας θα διατηρηθεί μέχρις που ο Νέλσον θα ανακαλύψει σε ένα βιβλίο της Μποβουάρ, στους «Μανδαρίνους», τις ερωτικές τους σχέσεις και θα γίνει έξαλλος.
Ερωτικά ο Σαρτρ δεν μπορεί να μείνει άπραγος ούτε στιγμή. Δημιουργεί σχέσεις με την πρώην σύζυγο του Μπορίς Βιάν, τη Μισέλ. Τη Σιμόν την ερωτεύεται ένας νεαρός είκοσι επτά χρονών, ο Κλοντ Λανζμάν, κι εκείνη -σαράντα δύο χρονών- ανταποκρίνεται. Μάλιστα τον καλεί να μείνει στο σπίτι της πράγμα που δεν έκανε ούτε με το Σαρτρ. Οι τέσσερις τους θα ταξιδέψουν μαζί στη Βενετία.
Στη Γαλλία μια δεκαοκτάχρονη, η Αρλέτ ελ Καΐμ, δηλώνει θαυμάστριά του, του στέλνει ένα γράμμα και του ζητάει συνάντηση. Ο Σαρτρ δέχεται και έτσι μια νέα σχέση δημιουργείται. Αργότερα ο Σαρτρ θα την υιοθετήσει, θα τις δώσει το επίθετό του και θα είναι η νόμιμη κληρονόμος του.
Ύστερα από πέντε χρόνια ο Λανζμάν θα κάνει σχέση με μια συνομήλικη του, θα φύγει από το σπίτι της Σιμόν, αλλά θα μείνουν δυνατοί φίλοι μέχρι τέλους. Η αδελφή του Λανζμάν γίνεται η νέα προστατευόμενη του Σαρτρ. Μια νεαρή, η Συλβί Λε Μπον, δηλώνει κι αυτή θαυμάστρια της Μποβουάρ, συναντιούνται και αναπτύσσεται μια δυνατή φιλία έως το τέλος της ζωής της Σιμόν.
Οι πολιτικές συγκυρίες -Βιετ-ναμ- οδηγούν το Σαρτρ και τη Μποβουάρ στη Μόσχα. Η ξεναγός τους έχει διαβάσει κάποια έργα του, τον θαυμάζει λέει και δεν ξεκολλάει από δίπλα του. Η Σιμόν φυσικά παρακολουθεί. Μήπως η Ρωσίδα ήταν πράκτορας της Κα Γκε Μπε; Πιθανόν. Ο Σαρτρ πάντως έως που τα χάλασε με τους σοβιετικούς ξαναεπισκέφθηκε αρκετές φορές την ΕΣΣΔ και ξανασυναντήθηκε με την όμορφη ξεναγό.
Αυτές οι δυο ζωές γνώρισαν δόξα και επιτυχίες, έγιναν παγκόσμια σύμβολα απελευθέρωσης, δέχτηκαν κριτικές, απειλές, αλλά και ενθουσιώδη αποδοχή, τα γραφτά τους διδάχτηκαν σε πανεπιστήμια και οι πολιτικές τους δηλώσεις προκάλεσαν σεισμούς. Όμως πάνω απ’ όλα η ζωή τους σφραγίστηκε από έναν ατελείωτο έρωτα που στηριζόταν στην ελευθερία και την ειλικρίνεια. «Σ’ αγαπώ πολύ, μικρέ μου κάστορα» ήταν τα τελευταία λόγια του Σαρτρ.

*Γιατρός, συγγραφέας, ραδιοτηλεοπτικός παραγωγός, πρώην Δήμαρχος Αμπελοκήπων για τρεις τετραετίες. Ζει στη Θεσσαλονίκη.