ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: θέσεις και αντιφάσεις της σύγχρονης τέχνης

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της Τέχνης.

Η γέννηση και η ανάπτυξη της τέχνης υπήρξε πάντοτε συνδεδεμένη και εξαρτώμενη από τις συνθήκες διαμόρφωσης του περιβάλλοντος τοπολογικά και χρονολογικά. Οι κλιματολογικές συνθήκες με το κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό υπόβαθρο διαμόρφωσαν και συντέλεσαν στη δημιουργία των πολιτιστικών συνθηκών.

Ένα έργο τέχνης, δεν είναι ένα τυχαίο δημιούργημα, αλλά προϊόν που πηγάζει μέσα σε ορισμένο κοινωνικoπολιτικό πλαίσιο, μιας συγκεκριμένης εποχής. Κατά συνέπεια, αντιπροσωπεύει και εκφράζει αυτή την εποχή.

Στην πορεία ανάπτυξης του ανθρώπινου γένους εκφράστηκαν πολλές και ετερόκλητες αντιλήψεις για το σκοπό και τις ερμηνείες της τέχνης.

Αποτελεί όμως γενική παραδοχή πως είναι μια μορφή ανθρώπινης επικοινωνίας, εσωτερικής ανάγκης και έκφρασης που πηγάζει από όλες τις αισθήσεις και απευθύνεται σε αυτές. Μέσα από διαδικασίες νοητικές, συναισθηματικές, διαισθητικές μεταφέρεται το αρχικό οπτικό ερέθισμα και μεταφράζεται ως εμπειρία βιωματική σε καθαρό εικαστικό στοιχείο, μεταφέροντας μηνύματα και καταγράφοντας τις αισθητικές τάσεις και τις ιδεολογικές προσδοκίες και ανθρωπιστικά οράματα κάθε εποχής.

Στην εξελικτική πορεία της τέχνης, η εικονιστική αναπαράσταση της οπτικής πραγματικότητας αντικαταστάθηκε σταδιακά από υπαινικτικά στοιχεία που καθοδηγούσαν το θεατή να αναγνωρίσει το εικονιζόμενο αντικείμενο και την υπόστασή του μέσα από στοιχεία διακοσμητικά, ενδυματολογικά, χειρονομίες, βλέμματα, πόζες. Το έργο τέχνης μπορούσε να διηγηθεί ιστορικά γεγονότα, κοινωνικούς αγώνες, εξεγέρσεις και επαναστάσεις. 

Ο Έρνστ Φίσερ, στην «Αναγκαιότητα της τέχνης» τονίζει: «Η Τέχνη είναι το απαραίτητο μέσο της συγχώνευσης του ξεχωριστού ατόμου με το σύνολο, της άπειρης κοινωνικοποίησής του, της συμμετοχής του στα βιώματα, τις εμπειρίες και τις ιδέες όλου του ανθρώπινου γένους», επιβεβαιώνοντας την νομοτελειακή πορεία της τέχνης με την κοινωνική και οικονομική εξέλιξη καθώς και την ύπαρξή της, ως την επικρατούσα άποψη και έκφραση, της εκάστοτε ισχύουσας κοινωνικό-θρησκευτικής αντίληψης της κυριαρχούσας τάξης..

Στη σημερινή εποχή του ανταγωνισμού, της αλλοτρίωσης ιδεών και συναισθημάτων, το έργο τέχνης επικοινωνεί απαραίτητα για να αγγίξει ποικίλα γούστα και αντιλήψεις αισθητικής, προκειμένου να καλύψει το πνεύμα της παγκοσμιοποίησης και της επιφανειακά ενιαίας επικρατούσης αισθητικής αντίληψης.

Στην εποχή όπου κυριαρχεί η δυναστεία της εικόνας και της τάχιστης ανταλλαγής ιδεών και πληροφοριών γινόμαστε μοιραία συμμετέχοντες και ενεργοί της ψυχρής επικοινωνίας, όπου το μήνυμα οφείλει να είναι σαφές και σύντομο.

Ο αποδέκτης, έχοντας καταχωρημένα μέσα του αναφορές και στοιχεία άλλων ιστορικών εποχών, όταν η σχέση άνθρωπος–περιβάλλον ήταν άμεση, επιχειρεί και κατορθώνει να ερμηνεύσει την εικαστική γραφή και γλώσσα μέσα από γνώριμα κωδικοποιημένα οπτικά σύμβολα και μοτίβα.

Στο 2ο μισό του 20ου αιώνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, εκδηλώθηκε με ανατρεπτικές εκδηλώσεις σε διεθνές επίπεδο, το κίνημα Φλούξους. Σε πνευματική διαδοχή του προγενέστερου ακραίου και ανατρεπτικού Νταντά, το Φλούξους στόχευε και αυτό με τη συνεχή ροή συμβάντων, στην απαλλαγή του ατόμου από κάθε αναστολή, φυσική, κοινωνική ή διανοητική. Αρνιόταν την ύπαρξη τεχνητών εμποδίων ανάμεσα στα διαφορετικά καλλιτεχνικά πεδία και επεδίωκε την κατάργηση και διάκριση ανάμεσα στην τέχνη και τη ζωή. Στους οπαδούς του κινήματος συγκαταλεχτήκανε διάφορες εθνικότητες και κατευθύνσεις και στο αποκορύφωμά του κατά το 1963-65, σ’ ένα Φεστιβάλ συγκέντρωσε μουσικούς, χορευτές, ζωγράφους, ποιητές και γλύπτες απ’ όλο τον κόσμο. 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η Εννοιακή τέχνη (Conceptual Art) επιδιώκει την εξάλειψη του έργου τέχνης και την «αποπραγμάτωση του αντικειμένου στην τέχνη». Το έργο τέχνης είναι περισσότερο φορέας ιδεών και πολιτισμικών μηνυμάτων, παρά είδος χειρονακτικής έκφρασης.

Βασική θέση αποτελεί το έργο τέχνης να είναι πριν απ’ όλα μια ιδέα που μπορεί να οδηγήσει αλλά και όχι απαραίτητα σε μια ορατή φόρμα». Υποδηλώνει, πως η παραδοσιακή σχέση ανάμεσα στην ιδέα και την έκφραση, στο έργο τέχνης, έχει αλλάξει. Το στάδιο ανάμεσα στην ιδέα και στο τελικό προϊόν, το σημαντικό τμήμα της διαδικασίας της καλλιτεχνικής δημιουργίας στηρίζεται στην «άποψη ότι το τελικό προϊόν του καλλιτέχνη έχει μικρότερη σημασία από την ιδέα και την διαδικασία δημιουργίας του και της οποίας δεν αποτελεί παρά μια καταγραφή».

Η άποψη αυτή συμβάδιζε με την ολοένα και βαθύτερη αποστροφή των καλλιτεχνών για το κύκλωμα της αγοράς των έργων τέχνης και των σκληρών κανόνων του. Οι καλλιτέχνες προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις δομές του συστήματος, που έδινε στα έργα τους ένα χαρακτήρα αποκλειστικότητας, σπανιότητας και είδους πολυτελείας με ανάλογη αξία, ώστε να έχουν επενδυτικό ενδιαφέρον  από “ύποπτους ή και ανώνυμους συλλέκτες”. 

Η Εννοιακή τέχνη ταυτίστηκε γρήγορα με ακατάληπτα περίπλοκα γραπτά ή κρυπτογραφικά μηνύματα από τον καλλιτέχνη προς το κοινό του και παρήγαγε μια τεράστια ποσότητα από μικρά βιβλία, μαγνητοταινίες, βίντεο, φωτογραφίες και άλλα τεκμήρια που όλα βασικά πραγματεύονται τρόπους συζήτησης πάνω στην τέχνη.

Σήμερα η ζωή πολλών συνανθρώπων μας βιώνεται μέσα από την εξελιγμένη τηλεόραση, σε αντιπαράθεση, με την αποτύπωση της ζωής έξω από “τη σπηλιά”, του προϊστορικού ανθρώπου… Όμως παρόλα αυτά ο άνθρωπος πάντα θα μετατρέπει σε τέχνη κάθε τι που βιώνει και αισθάνεται. Η τέχνη αποτελεί τη διαλεκτική λειτουργία προσέγγισης, μέσα από μια προσπάθεια ερμηνείας των προβλημάτων της ζωής, της ανθρώπινης ψυχής και της κοινωνίας και γι’ αυτό πρέπει να κινείται ελεύθερη, ενώ η εικαστική γλώσσα οφείλει να είναι απελευθερωμένη από κανόνες, αποτρέποντας την τελμάτωση. Γιατί «το έργο τέχνης είναι πάνω απ’ όλα μια διαδικασία δημιουργίας»…, σύμφωνα με τον Κλέε.

Πλέον, η καλλιτεχνική δραστηριότητα είναι περισσότερο σημαίνουσα από το ίδιο το έργο τέχνης. Είναι γεγονός ότι μεγάλες εικαστικές διοργανώσεις σε όλα τα ανεπτυγμένα οικονομικά κέντρα διαδίδουν την σύγχρονη τέχνη και τις νέες μεθόδους της. Εκπαιδευτικά ιδρύματα, εταιρείες και πλούσιοι ιδιώτες επενδύουν και επιδοτούν έργα της σύγχρονης παραγωγής. 

Κι όμως στην πραγματικότητα ο σύγχρονος άνθρωπος ελάχιστα συγκινείται από την τέχνη της εποχής του, ή τουλάχιστον από την τέχνη που του επιβάλλουν τα media και οι έμποροι, σαν τέχνη της εποχής του αποκλείοντας έντεχνα από το προσκήνιο γνήσιες φωνές και δημιουργίες που είναι ανένταχτες.

Η σύγχυση και η προσποίηση καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα των αναζητήσεων και παρά την πράγματι μεγαλύτερη διάδοση των έργων τέχνης, μέσω χαρακτικών, αφισών και άλλων αναπαραγωγικών μεθόδων και την απόπειρα προσέγγισης και επιρροής του καθημερινού ανθρώπου και ιδιαίτερα των νέων με την pop-art και την video-art.

Η τέχνη, με μεγάλη ίσως εξαίρεση τη μουσική, δεν βιώνεται ακόμη σαν ανθρώπινη ανάγκη και πνευματικό αγαθό. Σχεδόν πάντα μένει στο επίπεδο της απλής διακόσμησης ή της χρηματικής επένδυσης, σε κάτι πολλές φορές ακατανόητο, το οποίο κάποιοι «ειδικοί», επιμελητές εκθέσεων, τεχνοκρίτες, θεωρητικοί, γκαλερίστες και δημοπράτες φορτίζουν με μεγάλη αξία. Μια αξία χρηματιστηριακού τύπου που συντηρείται ερήμην του κοινού και πολλές φορές σβήνει με την παρέλευση της μόδας και την παραπλανητική φλυαρία και οίηση που την διαμορφώνει ανάλογα με τις ευκαιρίες.