Γράφει ο Τραϊκούδης Χρήστος. Οικονομολόγος, προϊστάμενος εμπορικού τμήματος Α’ υλών εταιρείας ανακύκλωσης, Msc in politics & economics in S.E and Eastern Europe, UoM
Στην Ελλάδα γιορτάζουμε με πάθος τις δύο εθνικές μας επετείους. Με παρελάσεις, σημαίες, σημαιάκια και συγκίνηση τιμούμε τη συλλογική μας ταυτότητα, θυμόμαστε νίκες, αντιστάσεις, ηρωισμούς. (Αυτό δεν είναι το κακό, κάθε άλλο μάλιστα. Το κακό είναι όταν κάποιος εξωτερικός παρατηρητής συγκρίνει αυτό το πάθος με την κατάσταση των πεζοδρομιών, των δρόμων, των υποδομών και της σκιώδους οικονομίας).
Για λίγο, μοιάζει σαν να συναντιόμαστε όλοι σε έναν κοινό παλμό, σε μια περηφάνια που υπερβαίνει τις διαφορές. Κι όμως, λίγες μέρες αργότερα, το ίδιο αυτό το «εμείς» εξατμίζεται. Το δημόσιο είτε πρόκειται για έναν δρόμο, ένα σχολείο, μια υπηρεσία, ένα πεζοδρόμιο, ή έναν θεσμό σπάνια θεωρείται κοινό αγαθό. Αντίθετα, αντιμετωπίζεται με καχυποψία, περιφρόνηση ή ιδιοτέλεια από κάποιους. Η έννοια του «δημοσίου» μοιάζει περισσότερο με κάτι απρόσωπο, που δεν ανήκει σε κανέναν και άρα μπορεί να λεηλατείται ή να διαχειρίζεται κατά το δοκούν από κάποιους.
Αυτό συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το ότι η Ελλάδα δεν απέκτησε ποτέ μια σταθερή και συνειδητή αστική τάξη (ζητήματα παιδείας), με την παιδεία και το αίσθημα ευθύνης που αυτή συνεπάγεται. Οι μεγάλες κοινωνικές δυνάμεις της χώρας διαμορφώθηκαν μέσα από διαρκείς ρήξεις βλ. βασιλικοί και βενιζελικοί, νικητές και ηττημένοι, δεξιοί και αριστεροί, ταυτότητες που ποτέ δεν αποκρυσταλλώθηκαν σε συνεκτικό πολιτικό ή αξιακό σύστημα. Οι έννοιες «δεξιά» και «αριστερά» έμειναν θολές, συναισθηματικές, φορτωμένες με μίση και προκαταλήψεις που προέρχονταν περισσότερο από τους εμφυλίους και τα συμφέροντα της εκάστοτε εποχής, παρά από διαφορετικές κοινωνικές ή πολιτικές αντιλήψεις.
Αντιθέτως, στη Γερμανία, ας τη φέρουμε ως παράδειγμα, μια χώρα που πέρασε μέσα από δικές της ιστορικές καταστροφές, οι πολιτικοί όροι έχουν συγκεκριμένο περιεχόμενο. «Δεξιός» σημαίνει φιλελεύθερος ή συντηρητικός, υπέρ της αγοράς και της ατομικής ευθύνης. «Αριστερός» σημαίνει προοδευτικός, υπέρ του κοινωνικού κράτους και της αναδιανομής. Η διαφορά τους είναι ιδεολογική, όχι υπαρξιακή. Εκεί δεν χρειάζεται να εξηγείς ποιος είσαι για να τοποθετηθείς. Εδώ, η ίδια η τοποθέτηση μπορεί να εκληφθεί και σαν πράξη εχθρική.
Η συλλογική μας μνήμη παραμένει γεμάτη σκιές. Λίγοι θυμούνται ότι το Σχέδιο Μάρσαλ, που ανασυγκρότησε τη μισή Ευρώπη, εφαρμόστηκε αποσπασματικά στην Ελλάδα, με το μεγαλύτερο μέρος των πόρων να απορροφάται από κρατικοδίαιτους μηχανισμούς ή ότι η ΑΜΑΓΚ (Αμερικανική Αποστολή Βοήθειας Ελλάδος) δεν ήταν απλώς πρόγραμμα ενίσχυσης, αλλά και όργανο επιτήρησης που διαμόρφωσε εν μέρει τη μεταπολεμική εξάρτηση της χώρας αλλά ιστορικά αναδεικνύει τη συνεχή ανάγκη για ελέγχο των οικονομικών μας από τους εκάστοτε δανειστές.
Ο «ατυχής» πόλεμος του 1897 (για να πάμε και πίσω στην ιστορία), που αποκάλυψε την ανεπάρκεια του κράτους και τις εσωτερικές του φατρίες, ξεχάστηκε πίσω από το πέπλο της εθνικής υπερηφάνειας. Όπως επίσης και οι εμφύλιες διαιρέσεις των «βασιλικών» και «βενιζελικών» στις αρχές του 20ού αιώνα, που δεν είχαν ιδεολογική βάση, αλλά συμφέροντα, προσωπικές φιλοδοξίες και εσωτερικές ανασφάλειες.
Έτσι, ενώ υψώνουμε τις σημαίες με συγκίνηση και τιμή στις επετείους, παραμένουμε αμήχανοι απέναντι στο παρόν. Τιμούμε τους ήρωες αλλά αδιαφορούμε για τους θεσμούς. Λατρεύουμε τα σύμβολα, αλλά περιφρονούμε το περιεχόμενό τους. Ίσως γιατί η ιστορία μας μάς έμαθε να θυμόμαστε επιλεκτικά, να τιμούμε το φαντασιακό μεγαλείο, αποφεύγοντας την αλήθεια που θα μας ανάγκαζε να αλλάξουμε.
Έχουμε δρόμο για αυτή την αλλαγή; Ναι και όχι εύκολο όσο κάποιοι που εν δυνάμει είναι άξιοι να ηγηθούν και να βάλουν σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα με όραμα, παραμένουν αμέτοχοι ή ολίγον φοβισμένοι.
 
             
		
























