Χρήστος Τζούρας: “Η μαγεία της επίδρασης της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχή με συντροφεύει μέχρι και σήμερα, με το ίδιο πάθος…”

“…Η πρώτη μου προτεραιότητά μου αυτή την στιγμή είναι να τελειώσω τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο, και ό,τι αυτό φυσικά συνεπάγεται… Η δημιουργία όμως για μένα πάντα ήταν ένα μέσο ψυχοθεραπείας, οπότε δημιουργώντας καταφέρνω σχεδόν πάντα να ξεχνιέμαι.”

Ποια είναι η πρώτη σας Μουσική ανάμνηση; Σίγουρα είναι πολλές αλλά υπάρχει μία η οποία είναι η πιο έντονη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν ήμουν πιτσιρικάς, την μουσική του A.Vivaldi, και συγκεκριμένα τις τέσσερις εποχές, να παίζουν αδιάκοπα στο οικογενειακό μας τότε αυτοκίνητο. Ήταν ίσως η αγαπημένη «κασέτα» της μητέρας μου τότε, και για αυτό το λόγο την άκουγα πολύ συχνά. Ακόμα δεν μπορώ να ξεχάσω τα συναισθήματα που μου προκαλούσε αυτός ο άγνωστος τότε ήχος. Ήταν μαγικό. Ήταν η πρώτη φορά που ανατρίχιασα ακούγοντας μουσική. Αυτό το συναίσθημα, και όλη η μαγεία της επίδρασης της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχή με συντροφεύει μέχρι και σήμερα, με το ίδιο πάθος.

Με ποιόν Μουσικό θα θέλατε να βρεθείτε επί σκηνής; Όχι με κάποιον συγκεκριμένο και σίγουρα όχι απαραίτητα στην σκήνη. Φυσικά και η σκήνη ενδείκνυται, λόγω των τεχνικών ανέσεων που παρέχει αλλά πιστεύω ότι οποιοδήποτε μέρος είναι κατάλληλο για μουσική. Με η χωρίς δέκτες. Το μόνο που χρειάζεται είναι φαντασία. Θα συνεργαζόμουν λοιπόν, με οποιονδήποτε το λέει η «ψυχούλα» του, και φαίνεται να ζει «πραγματικά» στον φανταστικό κόσμο αυτόν. Γνωστό ή άγνωστο. Φτασμένο ή όχι. Δεξιοτέχνη ή μη. Καταρτισμένο ή εμπειροτέχνη. Αποζητώ την επικοινωνία με τέτοιους ανθρώπους. Με ή χωρίς λέξεις. Αντλώ ευτυχία από αυτό.

Σε ποια φύση θεωρείτε ότι ανήκετε ως μουσικός, στην εκτελεστική ή στη δημιουργική; Αυτό είναι ένα θεμελιώδες ερώτημα το όποιο έχει απασχολήσει πολύ καιρό το μυαλό μου. Αλλά νομίζω, ότι δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση. Για πολλά χρόνια πίστευα ότι ανήκω στο δημιουργικό κομμάτι. Βέβαια, ύστερα από μια πιο συνειδητή απόφαση μου να ασχοληθώ εκτενώς με το εκτελεστικό κομμάτι, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η εκτέλεση είναι εξίσου σημαντική. Την αγάπησα το ίδιο. Νομίζω ότι είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Κάποιος που θεωρεί τον εαυτό του δημιουργικό, αν αφιερώσει χρόνο στην τέχνη της εκτέλεσης, θα δει ότι το ένα βοηθάει το άλλο. Το ίδιο ισχύει φυσικά και αντίστροφα. Οπότε πιστεύω ότι το πάθος μου πλέον έχει μοιραστεί και στα δύο εξίσου.

Πιο συγκεκριμένα, πως ξεχωρίζει κανείς την εκτελεστική από την δημιουργική φύση; Θα ξεκινήσω με το δεύτερο, μιας και με συνδέει και η προσωπική εμπειρία. Δημιουργικό πνεύμα θεωρείται κάποιος που αντλεί ευχαρίστηση με το να παραγάγει κάτι από το μηδέν. Ένα δημιουργικό πνεύμα, ξεπροβάλει από αρκετά μικρή ηλικία. Είναι αυτό το «περίεργο» παιδί που δεν θα φοβηθεί να πειραματιστεί και να δοκιμαστεί. Είναι αυτό το παιδί που θα το δεις να μην ακολουθεί συχνά τα υπόλοιπα παιδιά και τις παρορμήσεις τους, αλλά αντιθέτως θα το δεις να ακολουθεί τις δικές του, και ας είναι μόνο του. Στην μουσική, τα δημιουργικά παιδιά συνήθως εκδηλώνουν αστείρευτη φαντασία αλλά και μεγάλη αδυναμία στο να πειθαρχούν, και είναι πάντα μεγάλη πρόκληση για τους καθηγητές τους. Όμορφη πρόκληση όμως… Αυτά τα παιδιά, είναι δυνητικά οι μελλοντικοί μας συνθέτες – δημιουργοί.
Η εκτελεστική φύση είναι άμεσα συνυφασμένη με το κυνήγι της τελειότητας. Σε αντίθεση με την δημιουργική φύση, η εκτελεστική φύση προκύπτει αφού κάποιος έχει ξεκινήσει τις σπουδές του στην μουσική. Ήδη από τα πρώτα στάδια των σπουδών του, φαίνεται αν το παιδί έχει κλίση προς τα εκεί. Είναι συνήθως αυτά τα παιδιά που αντιλαμβάνονται την έννοια της πειθαρχίας και της μελέτης, και πάντα σε κάθε μάθημα θα έρχονται καλύτερα από ότι ήταν στο προηγούμενο. Είναι αυτά τα παιδιά που όταν θα έχει περάσει ένα αρκετά σημαντικό χρονικό διάστημα των σπουδών τους, θα σε έχουν αφήσει άφωνο με την ερμηνεία τους στην μουσική και τον ήχο που παράγουν. Είναι αυτά τα παιδιά που αναπόφευκτα θα τα θαυμάσεις για την επιμονή τους, και θα σε κάνουν να αναρωτηθείς για πολλά και εσύ ο ίδιος. Συνήθως αυτά τα παιδιά, όσο ωριμάζουν γίνονται σπουδαίοι ερμηνευτές.

Περιγράψτε μας τη μέχρι σήμερα πορεία σας στη μουσική. Υπήρξαν επιρροές καθοριστικές θετικές ή αρνητικές; Δεν θα μπορούσα να μην ξεκινήσω κάνοντας αναφορά στη πιο σημαντική επιρροή η οποία ήταν η μητέρα μου. Ως πιανίστρια η ίδια, αντιλαμβανόταν την σημασία της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχή, και φρόντισε να με βάλει από πολύ νωρίς μέσα σε αυτήν, πριν καταλάβω και εγώ ο ίδιος την αξία της. Ξεκίνησα λοιπόν μαθήματα πιάνου από πολύ μικρός, και λίγο αργότερα ξεκίνησα και θεωρητικά. Όταν έφτασα όμως στην «ατίθαση» εφηβεία, άρχισα να δυσανασχετώ με την αυστηρή πειθαρχία, με την καλή έννοια, που απαιτούσε η κλασσική μουσική που διδασκόμουν στο ωδείο και αυτό είχε ως συνέπεια να σταματήσω για κάποια χρόνια τα μαθήματα. Εκείνα τα χρόνια, άρχισα επιτέλους να πειραματίζομαι πιο εντατικά με την δημιουργία. Άρχισα να βρίσκω τον εαυτό μου. Φτιάξαμε μπάντα με το «παρεάκι» μας τότε και έτσι ξεκίνησα να πειραματίζομαι και σε πλαίσια συνεργασίας πια. Ήταν η στιγμή μου. Δεν υπήρχε πια η αυστηρότητα των ωδείων να με κρατάει πίσω. Η τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Αυτή λοιπόν ήταν η δεύτερη καθοριστικότερη επιρροή μου. Ήταν μεγάλο σχολείο. Συνέθετα ολοένα και περισσότερη μουσική, καθώς πλέον είχα λόγο να το κάνω, και μέρα με την μέρα εξελισσόμουν ολοένα και περισσότερο. Έκτοτε βέβαια, συνέβησαν πολλά. Η μπάντα κάποια στιγμή μετά από επτά χρόνια διαλύθηκε, έχοντας στην πλάτη της σημαντικές επιτυχίες και εμπειρίες. Παράλληλα στην ηλικία των 15 ετών, ξεκινάω πάλι τα μαθήματα στο ωδείο, όντας πλέον πιο ώριμος να αντιληφθώ το μεγαλείο της κλασσικής μουσικής, με τα μάτια ενός εκκολαπτόμενου δημιουργού πια. Και φτάνω στην τρίτη σημαντικότερη επιρροή μου, η οποία δεν είναι άλλη από τον δάσκαλο μου στο πιάνο. Ο Σταύρος Κόλλιας, ο δάσκαλος με τον όποιο τέλειωσα τις σπουδές μου στο κλασσικό πιάνο, ήταν από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στην έως τώρα μουσική μου πορεία. Φυσικά, από την ηλικία των 15 ετών μέχρι και τώρα, συνέχισα να παίζω σε διάφορες μπάντες-σχήματα παράλληλα με τις σπουδές μου, καθώς αυτό το κομμάτι του εαυτού μου ήταν τόσο όμορφο για να το αφήσω πίσω. Σήμερα, το τότε χόμπι, μετεξελίχθηκε σε επάγγελμα καθώς εργάζομαι και ως “session” μουσικός, σε διάφορα σχήματα, διαφόρων ειδών μουσικής.

Σας “τρομάζει” η επιτυχία ή η αποτυχία; Η αλήθεια είναι ότι δεν με τρομάζει τίποτα από τα δύο, ειδικά υπό το πρίσμα της στερεοτυπικής σημασίας που τους έχουμε προσδώσει. Δεν με τρομάζουν, διότι δεν τα επιζητώ τόσο για να έχουν τέτοιο συναισθηματικό αντίκτυπο μέσα μου. Συνήθως οι άνθρωποι τρομάζουμε πολύ στην ιδέα ότι υπάρχει πιθανότητα να μην αποκτήσουμε ποτέ αυτό που θέλουμε. Οπότε ο φόβος προκύπτει κατά μία έννοια από τα έντονα θέλω μας. Είναι πολύ εύκολο τα έντονα θέλω μας όμως να γίνουν τοξικά στην πορεία. Αντιθέτως, εμένα με τρομάζει περισσότερο η στασιμότητα. Ακόμα και το να αποτύχεις για παράδειγμα, έχει θετικό πρόσημο. Το να αποτυχαίνεις σημαίνει ότι προσπαθείς. Η προσπάθεια πάντα σε οδηγεί κάπου.

Ποια είναι η άποψή σας για τα μουσικά τηλεοπτικά talent show; Θεωρώ ότι είναι λάθος να τα χαρακτηρίζουμε μουσικά talent show, διότι ως επί το πλείστον αφορούν μόνο τραγουδιστές. Θα έπρεπε να λέγονται, talent show τραγουδιού. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορώ να πω ότι είμαι αντίθετος με την ύπαρξη τους. Είναι ένα πολύ σημαντικό μέσο προβολής πλέον, και όσοι την αναζητούν, δεν έχουν παρά μόνο να κερδίσουν. Λίγα η πολλά, ο χρόνος θα το καθορίσει. Βέβαια, θα μου άρεσε πολύ αν υπήρχαν και άλλα talent show, που δεν θα αφορούσαν μόνο τραγουδιστές, αλλά ακόμη και δημιουργούς. Θεωρώ ότι έχουμε δώσει υπέρογκη δημοσιότητα στους τραγουδιστές, και για αυτό όσο περνάνε τα χρόνια οι δημιουργοί μας ολοένα και λιγοστεύουν. Το ζητούμενο είναι να υπάρχουν και τα δύο. Ένας τραγουδιστής δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ένα δημιουργό, όπως και ένας δημιουργός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ένας τραγουδιστή. Εκτός και αν τραγουδάει ο ίδιος.

Υπάρχουν μάνατζερ στην Ελλάδα που μπορούν να βοηθήσουν την πορεία ενός μουσικού; Φυσικά και υπάρχουν αξιόλογοι επαγγελματίες στο χώρο του marketing & management που μπορούν να σε βοηθήσουν σημαντικά. Βέβαια, το πρόβλημα έγκειται στο ότι οι manager είναι και αυτοί επαγγελματίες και προφανώς δικαιούνται μισθό για την εργασία τους. Δυστυχώς, το επάγγελμα του μουσικού από μόνο του δεν είναι ένα άνετο οικονομικά επάγγελμά. Οπότε η πλειοψηφία δεν διαθέτει τα χρήματα για να προσλάβει κάποιον manager, με αποτέλεσμα να δημιουργείται θέλοντας και μη μία «αναξιοκρατία» μεταξύ αυτών που προβάλλονται και αυτών που ενδεχομένως να το άξιζαν περισσότερο. Όπως σε κάθε κλάδο, έτσι και στην μουσική υπάρχουν διάφορες μορφές κοινωνικής αδικίας, που κανείς πρέπει να μάθει να τις διαχειρίζεται όχι παρορμητικά, αλλά συνετά. Βέβαια, για να κάνω λίγο και τον δικηγόρο του διαβόλου, στην εποχή που ζούμε, υπάρχει και το ίντερνετ, το όποιο προσφέρει πολλά εργαλεία για την προβολή του οποιουδήποτε καλλιτέχνη, και όχι μόνο. Με λίγα λόγια, ο καθένας αν αφιερώσει χρόνο και προσπάθεια, μπορεί να γίνει manager του εαυτού του. Το αν θα πετύχει, θα το κρίνει ο χρόνος. Αλλά ακόμη και αν δεν πετύχει, όπως είπαμε και παραπάνω, τουλάχιστον θα έχει προσπαθήσει. Από την προσπάθεια και μόνο είναι κερδισμένος.

Ποιά είναι τα μελλοντικά μουσικά σας σχέδια; Αρχικά υπάρχουν τα επαγγελματικά σχέδια πχ. Καθηγητής μουσικής, μουσικός σε σχήματα κ.τ.λ, τα όποια αναγκαστικά είναι πάντα πάνω στο τραπέζι για λόγους βιωσιμότητας. Πέρα από αυτά όμως, υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά για μένα σχέδια. Η πρώτη μου προτεραιότητα μου αυτήν την στιγμή είναι να τελειώσω τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο, και ό,τι αυτό φυσικά συνεπάγεται. Εν ολίγοις βρίσκομαι σε μια φάση που στρέφομαι εκ νέου ολοκληρωτικά στην δημιουργία και στην αναζήτηση του ίδιου μου του εαυτού. Σε αυτή τη φάση, ευνοεί αρκετά η παύση που έχει υποστεί το επάγγελμά μας εν μέσω της πανδημίας του Covid-19, επειδή πλέον υπάρχει άπλετος χρόνος. Βέβαια, όσον αφορά το οικονομικό δεν ευνοεί καθόλου, και δυστυχώς αύτη η σκέψη δεν φεύγει εύκολα από το μυαλό και πολλές φορές σε καταβάλει αρνητικά. Η δημιουργία όμως για μένα πάντα ήταν ένα μέσο ψυχοθεραπείας, οπότε δημιουργώντας καταφέρνω σχεδόν πάντα να ξεχνιέμαι.

Πως κρίνετε την κατάσταση εν μέσω κορονοϊού, και ειδικότερα για τον καλλιτεχνικό κλάδο; Όπως είπα και πιο πάνω, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα για εμάς του μουσικούς αυτές τις μέρες. Αλλά δυστυχώς δεν είμαστε ο μόνος εργασιακός κλάδος που αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα. Είναι πολύ δύσκολα για όλους. Το αύριο είναι αβέβαιο. Δεν πρέπει όμως να χάνουμε το χαμόγελο και την ελπίδα μας. Τώρα όσον αφορά τον καλλιτεχνικό κλάδο, διατηρώ μια κρυφή αισιοδοξία, καθώς διαισθάνομαι ότι όταν περάσει αυτή η τρικυμία, όσο δύσκολη και αν είναι, θα βγει κερδισμένος. Είναι δεδομένο, ότι μέσα σε μία κρίση, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών σε ότι υπολειτουργεί. Είναι δεδομένο ότι οι εργασιακές συνθήκες στο χώρο της τέχνης υποβαθμίζονται από πολλές παθογένειες. Είτε κρατικές είτε όχι. Θέλω να πιστεύω ότι κάτι καλύτερο θα αναδειχθεί από όλο αυτό. Μακάρι να πέσω μέσα… Μένει μόνο να δούμε.

Βιογραφικό:
Ο Χρήστος Τζούρας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1994 και μεγάλωσε στο Ναύπλιο. Ξεκίνησε πιάνο στην ηλικία των 7 ετών και λίγο αργότερα, θεωρητικά στο δημοτικό ωδείο Ναυπλίου. Στην ηλικία των 14 ετών, γίνεται μέλος της μπάντας “terpsis” στο ρόλο πιανίστα και συνθέτη. Στα 7 χρόνια πορείας της, η μπάντα βρέθηκε στην ίδια σκήνη με τον Craig Walker (Archive), τον Γιάννη Αγγελάκα, συνεργάστηκε με τον Δήμο Ναυπλίου και Άργους στα πλαίσια διάφορων δημοτικών πολιτιστικών δρωμένων και κατάφερε να εξασφαλίσει θέση στην σκηνή του θεάτρου Βράχων στα πλαίσια του Schoolwave Festival (2012), ύστερα από ακροάσεις. Το 2010 συνέπραξε μουσικά με την ποιήτρια – στιχουργό Λίνα Νικολακοπούλου, στα πλαίσια μιας μαθητικής χορευτικής αναπαράστασης της ποίησης της Σαπφούς, ως συνθέτης, που έλαβε μέρος στο κάστρο του Παλαμηδίου. Το 2012, εισάγεται ως φοιτητής στην σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Παράλληλα, συνεργάζεται επαγγελματικά ως “session” πιανίστας με διάφορα μουσικά σχήματα. To 2016 κυκλοφορεί ο δίσκος με τίτλο «hope» από το Op3 (Omega Project), στον οποίο συμμετέχει ως συνθέτης και συν-ενορχηστρωτής. To 2016 τελειώνει τις σπουδές του στην αρμονία, στην τάξη του καθηγητή ανωτάτων θεωρητικών Κ. Τελάκη στο Ορφείο ωδείο Αθηνών, με βαθμό «άριστα παμψηφεί». Το 2018, ολοκληρώνει και τις σπουδές του στο πιάνο, στο Ορφείο, με καθηγητή τον καταξιωμένο πιανίστα Σταύρο Κόλλια με βαθμό «άριστα παμψηφεί». Λίγο αργότερα (2019) συνεχίζει τις σπουδές του στην Αντίστιξη-Φούγκα με καθηγητή τον Κ. Τελάκη, στο Ορφείο, όπου και τις ολοκληρώνει με βαθμό «άριστα παμψηφεί». Το 2018 συμπράττει με την Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα Νέων (ΑΣΟΝ) υπό την πρόσκληση του καταξιωμένου μαέστρου και καλλιτεχνικού διευθυντή Παύλου Σεργίου. Το 2019 υπηρετεί στην Μουσική του Πολεμικού Ναυτικού, στον ρόλο του πιανίστα – μαέστρου στο τμήμα της Ορχήστρας όπου και εκπληρώνει την θητεία του. Σήμερα εργάζεται ως καθηγητής μουσικής (πιάνου και θεωρητικών) και ως “session” μουσικός διαφόρων περιστάσεων. Παράλληλα ασχολείται και με την παραγωγή μουσικής.