Σάββας Πόρακος: “Η τέχνη είναι μια μορφή επικοινωνίας που την έχουν ανάγκη πρώτα οι ίδιοι οι δημιουργοί”

“Ταλέντα υπάρχουν αλλά για να γίνει μια καλλιτεχνική αναγέννηση χρειάζεται και συγκεκριμένη πολιτιστική πολιτική που δεν ζητά ανταλλάγματα αλλά αφήνει ελεύθερες τις τέχνες να αναπτύσσονται και να αναπνέουν.”

Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Ξεκίνησα να ασχολούμαι συστηματικά με τη ζωγραφική από 12,5 ετών στην Α’ Γυμνασίου και σύντομα μέσα σε λίγους μήνες είχα αποφασίσει ότι θα γινόμουν ζωγράφος. Δίπλα από το σπίτι μας έμενε η θεία της μητέρας μου και την επισκεπτόμασταν συχνά όταν έχασε τον άντρα της και έμεινε μόνη της. Μια μέρα μου έδειξε τα έργα της που είχε ζωγραφίσει στα νιάτα της. Είχε πολύ ταλέντο αλλά οι γονείς της δεν της επέτρεψαν να σπουδάσει και να γίνει ζωγράφος. Εκείνη την εποχή για μια γυναίκα στην Κύπρο ήταν σχεδόν αδύνατο. Μου έδειξε 2 έργα σε στυλ Κορό με κοπέλες, δέντρα, λουλούδια και λίμνες, πολύ όμορφα. Τη ρώτησα πως τα έφτιαξε και μου είπε με παστέλ. Ίσως να ήταν και ξηρά παστέλ, εγώ δεν ήξερα τότε. Την άλλη μέρα πήγα και αγόρασα μεγάλο χαρτί λευκό και ένα κουτί με λαδοπαστέλ και πήρα και αντέγραψα μέσα σε λιγες ώρες ένα έργο του Κουρμπέ, με δέντρα, ποτάμι και βράχους και ένιωσα για πρώτη φορά μέσα μου τη χαρά της δημιουργίας. Το άλλο πρωί το έδειξα στο σχολείο στον καθηγητή μου της Τέχνης και του άρεσε πάρα πολύ και μου είπε πως πρέπει να γίνω ζωγράφος. Έτσι πήρα την κατάλληλη ώθηση για να συνεχίσω φτιάχνοντας και άλλα έργα με παστέλ, όπως και αυτά που μας έβαζε ο καθηγητής μας με περισσότερη όρεξη. Από την επόμενη χρονιά και για όλα τα υπόλοιπα χρόνια του γυμνασίου και του λυκείου, ευτύχησα να έχω καθηγητή Τέχνης τον Λάκη Παπαδάκη, ένα πολύ καλό δάσκαλο και άνθρωπο που με βοήθησε πολύ. Είχε διοργανώσει ένα γκρουπ ζωγραφικής τα απογεύματα για τους πιο ταλαντού­χους μαθητές του σχολείου και επίσης με την προτροπή του είχα συμμετάσχει τα πρώτα 2 χρόνια σε 3 διαγωνισμούς Τέχνης στην Κύπρο και το εξωτερικό με έργα μου με παστέλ, όπου σε όλες είχα πάρει βραβείο. Οπότε αν και ήμουν καλός μαθητής, το να ακολουθήσω την καλλιτεχνική σταδιοδρομία ήταν για μένα πλέον μονόδρομος. Στα 16 μου συμμετείχα σε μια Παγκύπρια έκθεση νέων καλλιτεχνών 15- 30 χρόνων που τα εγκαίνια της έκανε ο πρωτεργάτης της Κυπριακής ζωγραφικής Αδαμάντιος Διαμαντής ο οποίος με ξεχώρισε και μου είπε: “δέχομαι τα έργα σου όπως είναι”. Εν συνεχεία στο πλαίσιο του μαθήματος του επαγγελματικού προσανατολισμού στην 2α λυκείου πήγα και εργάστηκα σε μία από τις 3 σημαντι­κότερες γκαλερύ της Λεμεσού εκείνη την περίοδο. Έτσι είχα την ευκαιρία να έρθω σε πιο στενή σχέση με το επάγγελμα του ζωγράφου και του γκαλερίστα, αλλά και να κλείσω την πρώτη μου έκθεση στην ίδια γκαλερύ για τον επόμενο χρόνο! Η έκθεση είχε πολύ μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό και τον καλλιτεχνι­κό κόσμο. (Η λογοτέχνης Έλλη Παιονίδου έγραψε από καρδιάς ένα ενθουσιώδες κείμενο στην εφημερίδα Χαραυγή την επομένη της έκθεσης) και πουλήθηκαν μερικά έργα. Μετά την επιτυχία της, με τη βοήθεια του γκαλερίστα έκλεισα μια δεύτερη έκθεση σε σύντομο διάστη­μα σε γκαλερύ της Λευκωσίας με επιλογή έργων από την προηγούμενη. Η έκθεση είχε την ίδια καλή ανταπόκριση από ανθρώπους της Τέχνης στην Κύπρο, με πιο σημαντικό ένα πολύ εγκωμιαστικό άρθρο του ζωγράφου και τεχνοκριτικού Γκλυν Χιούζ στην εβδομαδιαία εφημερίδα Cyprus Mail. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας, μετά τους πρώτους 6 σκληρούς μήνες της στρατιωτικής μου εκπαίδευσης, πήγα στο ζωγράφο Ανδρέα Μακαρίου που μου παρέδωσε δωρεάν μαθήματα και με βοήθησε να περάσω με την πρώτη προσπάθεια στη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Η δουλειά μου μπορεί να ενταχθεί ευρύτερα στο ρεύμα της παραστατικής ζωγραφικής. Πιο εξειδικευμένα είναι κοντά στον εξπρεσιονισμό και το ρεαλισμό. Αλλά δεν θέλω να την εντάξω σε κανένα ρεύμα γιατί αυτό νιώθω να με περιορίζει. Η ανάγκη μου πως να πω καλύτερα αυτό που θέλω, προσδιορίζει κάθε φορά τον τρόπο και το μέσο. Ασχολούμαι με το σχέδιο, την ζωγραφική, διάφορα είδη χαρακτικής, ενώ πειραματικά έχω δοκιμάσει το ανάγλυφο, τη μικρογλυπτική και την κεραμική. Επίσης έχω ασχοληθεί για ένα διάστημα με την ασπρόμαυρη φωτογραφία και αργότερα έχω βγάλει με τα κινητά αλλά και με ψηφια­κές μηχανές, χιλιάδες φωτογραφίες για να τις χρησιμοποιήσω ως αναφορά στο μέλλον κυρίως για τη ζωγραφική μου. Τελευταία πειραματί­ζομαι και με την ψηφιακή τέχνη.

Από που αντλείτε την έμπνευσή σας; Σαν άντρας που είμαι η γυναίκα είναι η μεγαλύτερη πηγή της έμπνευσης μου. Είναι ανεξάντλητο το θέμα. Έχω μεγάλη ευαισθησία στην γυναικεία ομορφιά, στα καπρίτσια και τα αισθήματα των νέων κοριτσιών. Μου ήταν αδύνατο μέχρι πριν μερικά χρόνια να περάσει από δίπλα μου ένα όμορφο κορίτσι και να μην το αποθανατίσω αργότερα από μνήμης στο χαρτί. Επίσης ζωγραφίζω κατά καιρούς αντικεί­μενα από το περιβάλλον μου που αγαπώ ή έχουν κάτι να συμβολίσουν ή απλά για εξάσκηση και σπανιότερα τον εαυτό μου. Με το τοπίο έχω ασχοληθεί ελάχιστα, παλαιότερα είχα εικόνες μέσα μου μόνο από την θάλασσα και τον ουρανό γιατί μεγάλωσα κοντά στην θάλασσα, αλλά τα τελευταία χρόνια που απόκτησα σπίτι σε ένα χωριό στην βόρεια Βουλγαρία, έχουν μπει περισσότερες εικόνες τοπίου μέσα μου όπως επίσης και με τις διάφορες βόλτες και ταξίδια που κάνω με το αυτοκί­νητο και όσο μεγαλώνω ίσως στραφώ περισσότερο προς το τοπίο στο μέλλον.

Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Πολλά σημαντικά έργα που είδα στα μουσεία, σε ναούς, σε εκθέσεις, υποσυνείδητα με έχουν επηρεάσει. Η πρώϊμη περίοδος της Αναγέννησης, τα χαρακτικά του Ρέμπραντ, πολλοί Γάλλοι καλλιτέχνες από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου, ο Μουνκ, ο Μπαλτίς, ο Μοράντι, είναι καλλιτέχνες στους οποίους ανατρέχω συχνά. Αγαπημένος μου θα έλεγα ότι είναι ο Μουνκ γιατί και εγώ θέλω να μιλώ για τη ζωή με ανάλογο τρόπο μερικές φορές και έχει αφήσει επίσης μεγάλο χαρακτικό έργο που μπορεί ανά πάσα στιγμή να σε διδάξει. Από ποιητές τη μεγαλύτερη επιρροή επάνω μου έχει η ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη. Αλλά ίσως την πιο σημαντική επιρροή επάνω μου να την έχει ο μεγαλύτερος τραγουδοποιός που έχει υπάρξει ποτέ, ο Μπομπ Ντύλαν. Και οι στίχοι των τραγουδιών του και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί με την μουσική του και σαν χαρακτήρας και στάση ζωής με έχει επηρεάσει βαθειά.

Τελειώνοντας θέλω να αναφέρω ένα απόσπασμα από το ποίημα του Μπόμπ Ντύλαν “my life in a stolen moment” του 1962, όπου μιλάει για τις επιρροές και δίνει μια καλή απάντηση στο ερώτημα σας….

Τ’ όνομά μου γράφτηκε στους Τάιμς
Αφού έπαιξα το φθινόπωρο στο Gerdes Folk City
Mε ηχογράφησαν στην Κολούμπια αφού αναφέρθηκα στους Τάιμς
Κι ακόμη δεν μπορώ να βρω τον χρόνο να πάω πίσω και να δω
Γιατί και που άρχισα να κάνω αυτό που κάνω
Δεν μπορώ να σας πω επιρροές γιατί είναι τόσες πολλές να
αναφέρω
Και μπορεί καμιά να ξεχάσω και δεν θα’μουν δίκαιος
Ο Γούντυ Γκάθρυ στα σίγουρα, ο Μπιγκ Τζο Ουίλλιαμς ναι εύκολο να θυμηθείς ονόματα τέτοια
Μα τί γίνεται με τις στροφές και τις γωνίες και τα κοψίματα
Που με μιας τα παίρνει το μάτι σου και χάνονται πίσω
Τί γίνεται με τους δίσκους που δεν άκουσες παρά μονάχα μια φορά
Τί γίνεται με τη φωνή του κογγιότ και το γαύγισμα του μπουλντόγκ
Τί γίνεται με το νιαούρισμα του γάτου και το μουγκανητό της
αγελάδας
και το ουρλιαχτό της σφυρίχτρας του τραίνου
Άνοιξε τα μάτια σου και τ’ αυτιά σου και θα δεχτείς ερεθίσματα
Και τίποτα δεν μπορείς να κάνεις γι’αυτό.
Το Ηibbing είναι μια παλιά, καλή πόλη
Τό ‘σκασα από ‘κει στα 10, 12, 13, 15, 151/2, 17, 18
Και μ’ άρπαξαν και με γύρισαν πίσω όλες εκτός από μια.

(Μετάφραση Γιάννης Τζώρτζης από το βιβλίο Μπομπ Ντύλαν-Ένα Όχημα. εκδόσεις: γιάννα ⇒ . &. βασδέκης).

Με λίγα λόγια πρέπει να έχεις την ευαισθησία να σε αγγίζουν τα πάντα γύρω σου. Αυτή η ευαισθησία είναι το ταλέντο. Και αυτή την ευαισθησία ή την έχεις ή δεν την έχεις. Δεν διδάσκεται.

Ποιά είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Αυτό που πάντα ήθελα ήταν να αφήσω ένα έργο πίσω μου όπως έχουν κάνει τόσοι και τόσοι άλλοι καλλιτέχνες πριν από μένα. Αν και ειχα αναγκη να πουλήσω εργα για να είμαι ελεύθερος και να έχω την δυνατότητα να ζω από την δουλειά μου, παραδόξως ένιωθα πάντα λύπη όταν αποχωριζόμουν ένα καλό μου έργο. Τώρα εκ των υστέρων καταλαβαίνω ότι ήταν πολύ λάθος μου αυτή μου η στάση, το μόνο καλό είναι ότι τα περισσότερα μου έργα βρίσκονται ακόμη στην κατοχή μου. Δυστυχώς αποδέχτηκα νωρίς μια θέση καθηγητή σε σχολεία για να μην έχω συνέχεια το άγχος της επιβίωσης και να δουλεύω σε κακοπληρωμένες δουλειές που με κούραζαν. Γρήγορα όμως αποδείχτηκε ότι αυτή η δουλειά δεν ήταν συμβατή με την ιδιοσυγκρασία μου, ούτε τόσο εύκολη όσο φαίνεται στον περισσότερο κόσμο και σε μένα στην αρχή. Κανένας καλλιτέχνης από αυτούς που έχω σαν πρότυπα δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να μείνει και να διδάξει πολύ καιρό σε σχολεία. Η τέχνη θέλει πολύ χρόνο, ηρεμία και αφοσίωση. Να ξυπνάς το πρωΐ και να μπαίνεις ευτυχής στο εργαστήριο σου για να δουλέψεις. Η μόνη διδασκαλία που θα ήταν αποδεκτή και ίσως βοηθητική για έναν καλλιτέχνη, θα ήταν σε άτομα που αγα­πούν την τέχνη και σκοπεύουν να γίνουν καλλιτέχνες. Είτε μεγάλους, είτε μικρούς. Στα Ελλληνική σχολεία η καλλιτεχνική εκπαίδευση δεν έχει την θέση που της αρμόζει. Αλλά και να την είχε, είναι μια δύσκολη και απαιτητική δουλειά, ιδιαίτερα στα γυμνάσια με τους εφήβους σήμερα και στην Ελληνική εκπαίδευση δεν υπάρχει πλέον η δυνατότητα να φύγεις κάποια στιγμή και να πάρεις το οτιδήποτε. Θα έπρεπε τουλάχιστον να σου δίνουν το μικρό εφάπαξ που δικαιούσαι. Μπορείς να μείνεις μια ζωή σε ένα σχολείο επί 40 το λιγότερο χρόνια μέχρι να πάρεις σύνταξη; Αν κάποιος θεωρεί ότι μπορεί να το κάνει ας πάει. Προσωπική μου άποψη το σχολείο δεν είναι για αυτούς που μπήκαν στην Καλών Τεχνών με σκοπό να γίνουν καλλιτέχνες. Σήμερα είναι μια καλή εποχή για να γίνεις καλλιτέχνης από την άποψη ότι ένας νέος έχει το όπλο στα χέρια του που λέγεται ίντερνετ. Μπορεί να κάνει εύκολα γνωστή την δουλειά του σε όλο τον κόσμο, είτε έχει οικονομική επιτυχία, είτε όχι. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δεν αισθάνεσαι απομονωμένος όπως ήταν η δικη μου γενιά μέχρι πρόσφατα. Καλό είναι λοιπόν όποιος θέλει να γίνει καλλιτέχνης σήμερα να εξαντλήσει κάθε περιθώριο για να εργαστεί και να προωθήσει την καλλιτεχνική του δημιουργία πρώτα και να επιλέξει part time δουλειές που όμως θα του επιτρέπουν να είναι πιο ελεύθερος παρά να μπει στην στρατιωτική πειθαρχία, την φασαρία και τον παραλογισμό των σχολείων. Σιγά σιγά θα δει αν μπει τελικά και αν είναι γνήσιος καλλιτέχνης, ότι αυτοί οι 2 δρόμοι του καθηγητή ή δάσκαλου και του καλλιτέχνη δεν συμβαδίζουν εύκολα. Και θα έχει μπει στην λογική του δημόσιου υπαλλήλου, να έχεις σύζυγο, παιδιά, αυτοκί­νητο και άλλα τέτοια αναγκαία και θα είναι πολύ δύσκολο να δραπετεύσεις μετά. Οι σύλλογοι των καλλιτεχνών και οι σχολές Καλών Τεχνών, πρέπει να διεκδική­σουν πιο πολλά χρήματα από την πολιτεία για ενίσχυση των καλλιτεχνών, με δημιουργία εργαστηρίων, με χορήγηση καλλιτεχνικών επιδομάτων, διοργάνωση εκθέσεων και αγορά έργων τέχνης για τα μουσεία και άλλους δημόσιους χώρους και όχι μόνο να ζητάνε περισσότερους καθηγητές καλλι­τεχνικών στα σχολεία. Χρειάζεται και αυτό όπως και περισσότερα χρήματα για υποχρεωτική δημιουργία καλλιτεχνικών εργαστηρίων στα σχολεία, αλλά δεν πρέπει να είναι η μόνη διέξοδος για όσους τελειώνουν μια Σχολή Καλών Τεχνών που κατά την γνώμη μου είναι υπερβολικός ο αριθμός τους πλέον.

Πόσο αποδεκτή είναι η Τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στον δημόσιο χώρο; Το ενδιαφέρον για τις παραδοσιακές εικαστικές τέχνες, τη ζωγραφική, το σχέδιο, τη γλυπτική και τη χαρακτική ήταν πάντα περιορισμένο και ποτέ δεν πήραν την θέση που τους άξιζε στα νεώτερα χρόνια. Η σύγχρονη τέχνη με τις νέες σύνθετες μορφές της, διεύρυνε πιο πολύ τα όρια, αλλά μάλλον δημιούργησε μεγαλύτερη αδιαφορία στο ευρύ κοινό. Μόνο η φωτογραφία που είναι ένα πιο λαϊκό μέσο και πολύ προσιτό σήμερα θα έλεγα ότι ίσως συγκεντρώνει περισσότερο ενδιαφρρον από το μέσο Ελληνα και ο κινηματογράφος όπου υπάρχει η παράδοση με τα φεστιβάλ κινηματογράφου και ντοκυμαντέρ που γίνονται κάθε χρόνο, χωρίς να υπονοώ ότι είναι δυνατή η επιβίωση αυτών των καλλιτεχνών από την τέχνη τους. Η τέχνη είναι μια μορφή επικοινωνίας που την έχουν πρώτα πρώτα ανάγκη οι ίδιοι οι δημιουργοί. Το έργο γίνεται για να επικοινωνήσει ο καλλιτέχνης τις ιδέες του και τα συναισθήματα του με τους άλλους. Αυτός είναι ο βασικός ρόλος της τέχνης και ενώ εκ πρώτης όψεως δεν είναι τόσο χρήσιμη όπως η τροφή, είναι εντούτοις πολύ απαραίτητη γιατί είναι μέσα στην φύση του ανθρώ­που να αναζητεί την ομορφιά, να ονειρεύεται, να αναζητεί την αλήθεια και πάρα πολλά άλλα ουσιαστικά που μπορεί η τέχνη να προσφέρει. Και αν σκεφτούμε ότι αυτό το αποκούμπι το πρόσφερε μέχρι πρόσφατα σε μεγάλο βαθμό η θρησκεία, στο σημερινό κόσμο που η θρησκεία έχει υποχωρήσει, μόνο η τέχνη θα μπορούσε να παίξει έναν ανάλογο ρόλο. Το κράτος πρέπει να δει πολύ πιο σοβαρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί σε συνεργασία με τους φορείς τους και τις σχολές Καλών Τεχνών για το πως ουσιαστικά μπορεί να ενισχυθεί η καλλιτεχνική δημιουργία στον τόπο και να πάψουν να κόπτονται συνεχώς για τα μεγαλεία της Αρχαιότητας. Ταλέντα υπάρχουν αλλά για να γίνει μια καλλιτεχνική αναγέννηση χρειάζεται και συγκεκριμένη πολιτιστική πολιτική που δεν ζητά ανταλλάγματα αλλά αφήνει ελεύθερες τις τέχνες να αναπτύσσονται και να αναπνέουν.

Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Έχω πολλά μελλοντικά σχέδια. Χρειάζονται πολύ χρόνο, αφοσίωση και να διατηρήσω την υγεία μου σε ένα καλό επίπεδο για να μπορέσω τα περισσότερα να τα πραγματοποιήσω. Για να βελτιώσω την υγεία μου και να έχω το χρόνο που χρειάζομαι έχω σαν στόχο η φετινή χρονιά στα σχολεία να είναι η τελευταία. Έχω ήδη επιβαρύνει την υγεία μου με την παραμονή μου πολύ περισσότερο από όσο ήταν αποδεκτό από τον εαυτό μου. Προσπάθησα να φύγω πριν λίγα χρόνια αλλά η κακοτυχία με την διπλή οικονομική κρίση στην Ελλάδα και αργότερα στην Κύπρο και την αλλαγή των ασφαλιστικών νόμων με την κατακρεούργηση των ασφαλιστικών μας δικαιωμάτων, με κράτησαν γαντζωμένο στο μισθό του δημόσιου υπαλλήλου. Προτεραιότητα στα σχέδια μου έχει να επανατυπώσω σε λίγα αντίτυπα όσων από τα χαρακτικά μου οι μήτρες τους είναι σε καλή κατάσταση, να τα σκανάρω και να τα αρχειοθετήσω. Το ίδιο θέλω να σκανάρω και αρχειοθετήσω ένα μεγάλο μέρος των σχεδίων μου και είναι δουλειά που παίρνει πολύ χρόνο. Να ολοκληρώσω κάποια παλαιότερα μου έργα με λάδι και να ξεκινήσω μια καινούργια σειρά έργων με λάδι με θέματα εμπνευσμένα από τη ζωή μου στη Θεσσαλονίκη την τελευταία 20ετία, ώστε αν τα καταφέρω και την εγκαταλείψω κάποια στιγμή (είναι και αυτό μέσα στσ μακροπρόθεσμα σχέδια μου) να μην έχω να κουβαλάω εμπνεύσεις από την Θεσσαλονίκη και να κάνω ένα καινούργιο ξεκίνημα εκεί που θα πάω.
Θέλω επίσης σύντομα να αυξήσω την παρουσία μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο ίντερνετ, ώστε να έρθει σε επαφή με το έργο μου περισσότερος κόσμος. Και να αρχίσω να διαθέτω κάποια πολλαπλά μου έργα προς πώληση μέσω ίντερνετ και ίσως και κάποια πρωτότυπα μικρά έργα σε χαρτί. Το κόστος αποστολής τέτοιων έργων δεν είναι μεγάλο και παράλληλα μου επιτρέπει να έχω στην κατοχή μου τον μεγαλύτερο όγκο της δουλειάς μου για συμμετοχή και διοργάνωση εκθέσεων. Υπάρχουν και άλλα πιο μακροπρόθεσμα σχέδια με τα οποία θα ασχοληθώ αφού ολοκληρώσω το μεγαλύτερο μέρος από όσα έχω αναφέρει.

Βιογραφικό.

Ο Σάββας Πόρακος γεννήθηκε στην Λεμεσό της Κύπρου το 1969. Σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ζωγραφική 1989-1995 με δάσκαλο τον Δημήτρη Κοντό. Μετά το πέρας των σπουδών του για μια τριετία εργάστηκε σε διάφορες δουλειές μέχρι που διορίστηκε ως εκπαιδευτικός στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα όπου εργάζεται μέχρι σήμερα. Έχει επισκεφτεί πολλά μουσεία και εκθέσεις στην Ευρώπη για να μελετήσει την Τέχνη.

Εκθέσεις

Ατομικές

Γκαλερύ Ζαχαρίας, Λεμεσός 1986 Γκαλερύ Ώρα, Λευκωσία 1987 Δημοτική βιβλιοθήκη, Λεμεσός 1996

Ομαδικές

Παγκύπρια Έκθεση Νέων Καλλιτεχνών Εργαστήρι Τέχνης Δήμου Λευκωσίας 1985

Γκαλερύ Ώρα Λευκωσία 1988

Έκθεση στα γραφεία της Ηeineken στην Αθήνα 1994

Έκθεση αποφοίτων της Σχολής Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης στην αποθήκη 1 του Λιμανιού 1996

Γκαλερύ Έμφασις Θεσσαλονίκη 2003

Νude project, gallery Myro Θεσσαλονίκη 2018

Virtual exhibition, Identity and self-reflection See mee community, Manhattan New York 2019

Έκθεση Εμιλία, Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης 2019