Γεωργία Κοκκίνη: “Έχω μια προσωπική έκφραση που πλησιάζει την αφαιρετική-παραστατική ζωγραφική ταυτόχρονα, διατηρώντας ωστόσο έντονα εξπρεσιονιστικά στοιχεία”

“Βρίσκω την έμπνευση μου στις παραδοσιακές επαφές μας με την Ανατολή, στην κουλτούρα μας στα ταξίδια μου, στην υπέροχη ελληνική φύση και σε κάθε τι που έχω βιώσει πολύ βαθιά και που με έχει βοηθήσει να διευρύνω τον ορίζοντά μου στον κόσμο”

Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείσθε με την Τέχνη; Από πολύ νωρίς, αλλά συστηματικά ασχολήθηκα, όταν λόγω του γάμου μου έζησα στην Ιταλία. Παρακολούθησα επί δύο χρόνια την Ιαπωνική Σχολή Ζωγραφικής. Στην Ρώμη όπου και έζησα, ασχολήθηκα με την διακόσμηση εσωτερικών χώρων, ζωγραφίζοντας αναγεννησιακά σχέδια σε μετάξι. Κάποια περίοδο της ζωής μου θέλησα να μάθω την αγιογραφία οπότε παρακολούθησα την σχολή Εικονογραφίας του Μουσείου Μπενάκη, πραγματοποιώντας αργότερα εκθέσεις στην Ρώμη. Με ενδιέφερε όμως και η κλασσική ζωγραφική και ενεγράφην στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών του S. Giacomo της Ρώμης, αποφοίτησα, και έχοντας κάνει και την γνωριμία με τον διάσημο ακουαρελίστα Pedro Cano, πραγματοποίησα εκθέσεις σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες.

Καλλιτέχνης γεννιέται κανείς ή γίνεται; Νομίζω ότι γεννιέται, δηλαδή υπάρχει η επιθυμία δημιουργίας από νωρίς αλλά η εξέλιξη και η επιτυχία σε μια καλλιτεχνική πορεία οφείλονται στην πολλή σκληρή δουλειά, επιμονή, και φυσικά στό έμφυτο ταλέντο.

Σε ποιο ρεύμα η κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Δε θα το έλεγα κίνημα, παρ όλο που αυτό θα είχε ίσως σημαντική σημασία για τη σύγχρονη τέχνη, διότι κινήματα δεν υπάρχουν (υπάρχουν ίσως κάποια καλλιτεχνικά κινήματα στο εξωτερικό) αλλά εγώ έχω μια προσωπική έκφραση που πλησιάζει την αφαιρετική-παραστατική ζωγραφική ταυτόχρονα, διατηρώντας ωστόσο έντονα εξπρεσιονιστικά στοιχεία.

Από πού αντλείτε την έμπνευση σας; Βρίσκω την έμπνευση μου στις παραδοσιακές επαφές μας με την Ανατολή, στην κουλτούρα μας στα ταξίδια μου, στην υπέροχη ελληνική φύση, και σε κάθε τι που έχω βιώσει πολύ βαθιά και που με έχει βοηθήσει να διευρύνω τον ορίζοντά μου στον κόσμο.

Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Βεβαίως, οι επιρροές είναι διάφορες, αλλάζουν φυσικά με τη σταδιακή καλλιτεχνική μου εξέλιξη, αλλά ο θαυμασμός π.χ. προς τη σχολή του Παρισιού με τη ζωγραφική του Matisse, Cezanne, Monet Mane’, Serusier, παραμένει σταθερός. Αργότερα θαύμασα τον Kandinsky, τον Rothko, Pollock, αλλά από τους Έλληνες καλλιτέχνες ο εκπρόσωπος της αφαίρεσης Γιάννης Σπυρόπουλος με τα γαιώδη χρώματά του με ενθουσιάζει πάντα. Και βέβαια στον Τσαρούχη, Τέτση, Μυταρά έχω αφιερώσει πολλές ώρες μελέτης και προσοχής της τέχνης τους. Δεν νομίζω ότι όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες και πολλοί άλλοι έχουν επηρεάσει το έργο μου αλλά είναι φυσικό ότι γίνεται προσπάθεια πάντα να παρουσιάσω κάτι που με ικανοποιεί, κατά κάποιον τρόπο να πλησιάσω την τεχνική που θαυμάζω σε αυτούς χωρίς όμως να απομακρυνθώ από το δικό μου εσωτερικό κόσμο και την προσωπική μου έκφραση.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτόν σας ως καλλιτέχνης; Η δημιουργία ενός έργου, που θα αξιολογηθεί θετικά και ειλικρινά από κάποιον ειδικό κριτικό τέχνης και που θα με αντιπροσωπεύσει σε κάποιο αξιόλογο δημόσιο χώρο, ή Μουσείο.

Πόσο αποδεκτή είναι η τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στον δημόσιο χώρο; Έχω την εντύπωση ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν γίνει σοβαρές αλλαγές για την υποστήριξη έργων που συμβάλλουν στην προώθηση υψηλής ποιότητας πολιτισμού, σε μουσεία, ιδρύματα, αίθουσες Μουσικής. Και ενώ η καλλιτεχνική έκφραση, μέσω ψηφιακής τεχνολογίας πλησιάζει το κοινό, δυστυχώς το ζωντανό θέαμα εκθέσεων Ελλήνων Καλλιτεχνών, λόγω της πανδημίας, αλλά και της οικονομικής κρίσης έχει περιορισθεί αισθητά. Αγοραστικό κοινό δεν υπάρχει, εκτός ορισμένων περιορισμένων περιπτώσεων, οπότε το πρόβλημα είναι μεγάλο. Ίσως μια υποστήριξη αυτών των καλλιτεχνών εκ μέρους του κράτους είναι απαραίτητη ειδικά αυτή την περίοδο που η Ελλάδα εορτάζει το 1821 και οι εκδηλώσεις είναι πολυάριθμες. Ο κόσμος της Τέχνης και του πνεύματος θα πρέπει να υποστηρίζεται από το κράτος μας, ειδικά αυτή την περίοδο που όλη η Ευρώπη έχει στρέψει την προσοχή της προς την χώρα μας με θετικό τρόπο.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Δεν μπορώ λόγω συνθηκών να κάνω πρόγραμμα, ελπίζω σύντομα να ομαλοποιηθεί η κατάσταση, για να ετοιμάσω μία ατομική έκθεση και προσδοκώ, αυτό να γίνει το συντομότερο. Αυτή την περίοδο συμμετέχω σε ομαδικές εκθέσεις, εργάζομαι και αναμένω τα αποτελέσματα.

BΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΟΚΚΙΝΗ

Η Γεωργία Κοκκίνη γεννήθηκε στην Αθήνα. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα Ιαπωνικής Σχολής επι δύο χρόνια στην Ρώμη όπου έζησε μόνιμα. Συνεργάστηκε με διάσημους Ιταλούς αρχιτέκτονες ως διακοσμήτρια εσωτερικών χώρων, ζωγραφίζοντας αναγεννησιακά σχέδια σε μετάξι. Επιστρέφει στην Αθήνα για μικρό χρονικό διάστημα και παρακολουθεί μαθήματα Βυζαντινής Αγιογραφίας στο Μουσείο Μπενάκη. Εν συνεχεία εγγράφεται στην Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών S. Giacomo, όπου επί 6 χρόνια ζωγραφίζει κοντά στους καθηγητές Luigi Bruno, Marcello Ridolfi, αποφοιτά και έκτοτε πραγματοποιεί εκθέσεις ομαδικές και ατομικές. Αμέσως μετά συναντά τον διάσημο ακουαρελίστα Pedro Cano, και μελετά την τεχνική της ακουαρέλας. Ακολουθεί μια σειρά από εκθέσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Όταν αργότερα επιστρέφει στην Αθήνα, εργάζεται με την ζωγράφο Ράνια Καπελιάρη, ανανεώνει την εικαστική της έκφραση, και συμμετέχει σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Έργα της υπάρχουν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στο Μuseo Civico di Arte Moderna e Conteporanea Anticoli Corado, στη συλλογή Πορτρέτων του Δ. Παπαγεωργόπουλου, και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές, στην Ιταλία και Ελλάδα. Την 26η Ιανουαρίου 2016 στο Palazzo Borghese της Φλωρεντίας της απονεμήθει το διεθνές βραβείο Leonardo Da Vinci. Η επιτροπή επέλεξε ανάμεσα σε εκατοντάδες ζωγράφους από όλο τον κόσμο και συγκεκριμένα από αυτούς που συμμετείχαν στην έκθεση L’ Art en Capital στο Grand Palais του Παρισιού.