Γράφει ο Τραϊκούδης Χρήστος. Οικονομολόγος, προϊστάμενος εμπορικού τμήματος Α’ υλών εταιρείας ανακύκλωσης, Msc in politics & economics in S.E and Eastern Europe, UoM
Η κατάσταση των ελληνικών πόλεων αποτυπώνει μια διαχρονική υστέρηση υποδομών που εκτείνεται από την κακή ποιότητα του οδοστρώματος και τα κακό-συντηρημένα πεζοδρόμια, μέχρι την έλλειψη λειτουργικών δημόσιων χώρων όπως πάρκα, αθλητικές εγκαταστάσεις ή εστίες πρασίνου (προσθέστε και την κάπως άναρχη δόμηση με στενούς οδούς καθώς και την έλλειψη αισθητικής). Αντίστοιχα προβλήματα συναντώνται και στις βιομηχανικές ζώνες, όπου οι υποδομές θυμίζουν περισσότερο εγκατάλειψη παρά οργανωμένη οικονομική δραστηριότητα. Όλα αυτά δεν είναι μεμονωμένα φαινόμενα είναι συμπτώματα ενός συστήματος που αδυνατεί να σχεδιάσει, να συντηρήσει και να αναβαθμίσει το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν και εργάζονται οι πολίτες.
Την ίδια ώρα, η χώρα υστερεί ακόμη και σε τομείς όπου θα μπορούσε να κάνει άλμα προόδου: η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης και των διασυνδεδεμένων βάσεων δεδομένων για την αντιμετώπιση της παραοικονομίας και της παραβατικότητας παραμένει σε εμβρυακό στάδιο.
Ενώ άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες χτίζουν μηχανισμούς διαφάνειας, πρόληψης και αποτελεσματικής διοίκησης, εμείς εξακολουθούμε να βασιζόμαστε σε δομές που λειτουργούν με λογικές δεκαετιών.
Κι ενώ αυτά τα ουσιώδη προβλήματα απαιτούν σοβαρότητα, σχέδιο και συστηματική εργασία, κάποιες φορές η προβολή του «έργου» ορισμένων φορέων της κρατικής μηχανής περιορίζεται σε συμμετοχές σε γκαλά, εγκαίνια, εκδηλώσεις, πανηγύρια και χορούς συλλόγων κ.α. Καλά και αυτά ως μέρος συντήρησης της παράδοσης αλλά δε φθάνουν μόνον αυτά.
Η εικόνα αυτή, αντί για αστική συμπεριφορά και σύγχρονη διοικητική κουλτούρα, παραπέμπει περισσότερο σε μια επιφανειακή αντίληψη περί δημόσιας παρουσίας, όπου η επικοινωνία υποκαθιστά το περιεχόμενο και η φωτογραφία αντικαθιστά το έργο.
Αναπόφευκτα, το ερώτημα επιστρέφει στην ίδια τη συλλογική παιδεία: πρόκειται για έλλειψη καλλιέργειας των πολιτών, που ανέχονται μια τέτοια λειτουργία της πολιτείας; Ή μήπως για έναν τρόπο με τον οποίο κάποιοι διαχειρίζονται συνειδητά τη δημόσια σφαίρα, γνωρίζοντας ότι οι απαιτήσεις του κοινωνικού συνόλου παραμένουν χαμηλές;
Γενικότερα μια οποιαδήποτε κοινωνία που δεν απαιτεί καλές υποδομές, δεν απαιτεί διαφάνεια, δεν απαιτεί τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, αλλά συμβιβάζεται με μια διοίκηση που προβάλλεται περισσότερο παρά εργάζεται, δύσκολα μπορεί να σταθεί σε έναν κόσμο όπου οι εξωτερικοί κίνδυνοι εξελίσσονται με ταχύτερο ρυθμό από τη δική της ωρίμανση. Το μέλλον μιας τέτοιας κοινωνίας δεν κρίνεται μόνο από τις απειλές που τη περιβάλλουν, αλλά από την ικανότητά της να τις αναγνωρίζει και να προσαρμόζεται πριν καταστούν μη αναστρέψιμες.
Εμείς άραγε είμαστε σε μία τέτοια κατάσταση ή υπάρχει προοπτική να χτίσουμε κάτι πιο βιώσιμο; Τί λέτε; Και αν η απάντηση είναι όχι, τότε τί κάνουμε ο καθένας ξεχωριστά;
Παρότι η σημερινή εικόνα συχνά δεν αντανακλά το δυναμικό της χώρας, αυτό δεν σημαίνει ότι η διεθνής αντίληψη είναι αμετάβλητη. Αντιθέτως, η Ελλάδα εξακολουθεί να διαθέτει ισχυρά πλεονεκτήματα: ανθρώπινο κεφάλαιο με υψηλή κατάρτιση, στρατηγική γεωγραφική θέση, πολιτισμική βαρύτητα, δημιουργική επιχειρηματικότητα και μια κοινωνία που παρά τις δυσκολίες έχει μάθει να προσαρμόζεται και να επανεκκινεί. Το κακό είναι ότι κάποιοι άξιοι νέοι έχουν φύγει από τη χώρα για λόγους πέρα από τον καλύτερο μισθό.
Οι ξένοι γνωρίζουν και εκτιμούν κάποια από αυτά τα στοιχεία. Το πρόβλημα δεν είναι ότι έχουμε τόσο αρνητική εικόνα, αλλά ότι συχνά δίνουμε την εντύπωση πως δεν αξιοποιούμε όλες τις δυνατότητές μας. Και αυτό ακριβώς είναι που μπορεί να αλλάξει και μάλιστα σχετικά γρήγορα. Φυσικά για να συμβεί αυτό, δηλαδή μία καλύτερη μελλοντική πορεία, κάποιοι που σκέφτονται μόνον το να ικανοποιούν τη ματαιοδοξία τους θα πρέπει να απομονωθούν από την κοινωνία και τα κοινά.
Οι υποδομές μπορούν να αναβαθμιστούν, ιδιαίτερα τώρα που υπάρχουν τεχνολογίες και εργαλεία που επιτρέπουν ταχύτερη και οικονομικότερη υλοποίηση. Η διοίκηση μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική, αξιοποιώντας σύγχρονες ψηφιακές λύσεις και τεχνητή νοημοσύνη. Οι πόλεις μας μπορούν να γίνουν πιο λειτουργικές, ανθρώπινες και ελκυστικές. Όλα αυτά δεν απαιτούν μόνο τεράστιους πόρους, απαιτούν προσανατολισμό, οργάνωση και συνέχεια.
Το σημαντικότερο είναι ότι η Ελλάδα έχει πλέον μεγαλύτερη επίγνωση του διεθνούς ανταγωνισμού. Βλέπουμε ότι άλλες χώρες ωριμάζουν, αναπτύσσονται και αναβαθμίζονται με λίγο ταχύτερο ρυθμό και αυτό δεν πρέπει να μας αποθαρρύνει, αλλά να μας κινητοποιεί. Έχουμε το πλεονέκτημα ότι γνωρίζουμε τις αδυναμίες μας και μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε μεθοδικά, αξιοποιώντας εμπειρίες και καλές πρακτικές από χώρες που βρίσκονται λίγο πιο μπροστά.
Αν συνδυαστούν η βελτίωση των υποδομών, ο εκσυγχρονισμός της διοίκησης και μια κοινωνία που διεκδικεί περισσότερο, τότε η χώρα μπορεί να αλλάξει εικόνα προς τα έξω πολύ ταχύτερα από όσο φανταζόμαστε. Η Ελλάδα έχει όλα τα συστατικά για να μετατρέψει την ιστορική της κληρονομιά σε σύγχρονη δυναμική αρκεί να κάνει τα αποφασιστικά βήματα που ήδη βρίσκονται στο τραπέζι.
Από το τραπέζι και πέρα χρειάζονται και οι άνθρωποι με όραμα και κοινωνική παιδεία.





















