Γράφει ο Τραϊκούδης Χρήστος. Οικονομολόγος, προϊστάμενος εμπορικού τμήματος Α’ υλών εταιρείας ανακύκλωσης, Msc in politics & economics in S.E and Eastern Europe, UoM
Από το 1834, όταν το νεοσύστατο ελληνικό κράτος επιχειρεί να αποκτήσει διοικητική συνέχεια και θεσμική μορφή, μέχρι σήμερα, η ιστορία του διατρέχεται από επαναλαμβανόμενες στιγμές κρίσης που αποκαλύπτουν το ίδιο διαρθρωτικό πρόβλημα: ένα κράτος που συχνά αδυνατεί να συγχρονιστεί με τον χρόνο του. Υποθέσεις κακοδιαχείρισης, πελατειακών σχέσεων και θεσμικής αδράνειας με σύγχρονο παράδειγμα τον ΟΠΕΚΕΠΕ δεν αποτελούν ιστορικές παρεκκλίσεις, αλλά εκφάνσεις μιας μακράς συνέχειας η οποία πρέπει να λάβει τέλος. Εύκολο; Καθόλου αλλά επιτακτικό λόγω του ευμετάβλητου γεωπολιτικού περιβάλλοντος το οποίο συχνά παραβλέπουμε.
Στον 19ο αιώνα, οι πρώτες προσπάθειες συγκρότησης δημόσιας διοίκησης προσέκρουσαν σε τοπικά συμφέροντα, σε ελλιπή καταγραφή γης και πληθυσμού, και σε μια κοινωνία που έβλεπε το κράτος περισσότερο ως λάφυρο παρά ως συλλογικό μηχανισμό. Η δολοφονία του Καποδίστρια ήταν σίγουρα ένα τραγικό γεγονός το οποίο αν δε γινόταν, σίγουρα τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά σήμερα προς το καλύτερο. Στον 20ό αιώνα, οι αλλεπάλληλες πολιτειακές μεταβολές, οι πόλεμοι και η μετεμφυλιακή ανασυγκρότηση ενίσχυσαν ένα μοντέλο κρατικής λειτουργίας βασισμένο στην ανοχή της αναποτελεσματικότητας, εφόσον αυτή εξυπηρετούσε κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες. Στον 21ο αιώνα, τα σκάνδαλα που σχετίζονται με επιδοτήσεις, μητρώα και ελέγχους φέρνουν απλώς στο φως αυτό που προϋπήρχε, πλέον όμως υπό το άγρυπνο βλέμμα της ψηφιακής εποχής.
Η ανάγκη για αλλαγές μέσω της ψηφιοποίησης προβάλλει ως μονόδρομος. Η ψηφιακή καταγραφή, η διαλειτουργικότητα των συστημάτων και η διαφάνεια δεν είναι απλώς τεχνοκρατικές επιλογές αποτελούν πολιτικές πράξεις που αναδιανέμουν ισχύ. Ακριβώς γι’ αυτό οι αλλαγές κινούνται αργά. Οι κοινωνικοπολιτικοί λόγοι: φόβος απώλειας προνομίων, θεσμική αδράνεια, καχυποψία απέναντι στην καινοτομία λειτουργούν ως φρένο, μετατρέποντας κάθε μεταρρύθμιση σε πεδίο σύγκρουσης αλλά όχι με τα χαρακτηριστικά που υπήρχαν παλαιότερα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένα πρόσωπα αναδεικνύονται σε αυτό που, αν κοιτάξουμε το ποτήρι μισογεμάτο, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «χρήσιμοι ηλίθιοι». Είτε από ανεπάρκεια είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους επιταχύνουν την αποκάλυψη των αδιεξόδων. Η δημόσια έκθεση της δυσλειτουργίας γίνεται έτσι καταλύτης αλλαγών που υπό άλλες συνθήκες θα καθυστερούσαν ακόμη περισσότερο.
Καθοριστικός υπήρξε και παραμένει ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων κάθε εποχής, καθώς και της Ευρωπαϊκή Ένωση ως υπερεθνικού σχηματισμού. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τα μνημόνια και τους σύγχρονους μηχανισμούς εποπτείας, η εξωτερική στήριξη λειτουργεί ως εγγύηση επιβίωσης, ακόμη και όταν τα σκάνδαλα κλονίζουν την αξιοπιστία των θεσμών. Η στήριξη αυτή δεν είναι ανιδιοτελής. Συνδέεται με γεωπολιτικά συμφέροντα, σταθερότητα περιοχών και την ανάγκη αποφυγής κενού ισχύος.
Σήμερα, σε ένα περιβάλλον ευμετάβλητης γεωπολιτικής, με πολέμους, ενεργειακές ανακατατάξεις και τεχνολογικούς ανταγωνισμούς, ο χρόνος συμπιέζεται. Το περιθώριο για αργές μεταβάσεις στενεύει. Η επιτάχυνση των αλλαγών δεν είναι πλέον ζήτημα «εκσυγχρονισμού», αλλά επιβίωσης. Η ψηφιοποίηση του κράτους, η θεσμική λογοδοσία και η αποκοπή από πρακτικές του παρελθόντος συνιστούν αναγκαίες συνθήκες ώστε το ελληνικό κράτος να πάψει να στηρίζεται διαρκώς σε εξωτερικά δεκανίκια.
Η ιστορία από το 1834 έως σήμερα δείχνει ότι οι κρίσεις, όσο επώδυνες κι αν είναι, λειτουργούν ως παράθυρα ευκαιρίας. Το ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρξουν νέες «στιγμές ΟΠΕΚΕΠΕ», αλλά αν αυτές θα αξιοποιηθούν για ουσιαστική τομή ή αν θα προστεθούν απλώς ως ακόμη ένα κεφάλαιο σε μια μακρά αφήγηση καθυστέρησης.























