«Προορισμός Κάρμα»

Γράφει ο Γιώργος Γιαννούσης, Ψυχοθεραπευτής, συγγραφέας

Η Γιούλια Πομπόρτση έγραψε ένα υπαρξιακό μυθιστόρημα, με ταξιδιωτική διάθεση. Είναι σαν να μας συστήνει τις ιδέες της για τα σημαντικά υπαρξιακά ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο και ταυτόχρονα να αναρωτιέται: το Κάρμα είναι η αφετηρία ή ο προορισμός;

Οι φιλοσοφικές της αναζητήσεις έχουν μια φινέτσα, δεν βαραίνουν και δεν ενοχοποιούν. Η ζωή είναι ένα ταξίδι που χρειάζεται να του δώσεις νόημα, να το απολαύσεις. Είναι καρμική η ανάγκη να ζήσουμε γεμάτοι, να ταξιδέψουμε στο νόημα της ύπαρξής μας και να συντροφευόμαστε.

Η συγγραφέας για να αποδώσει τα δικά της νοήματα μας συστήνει μια ομάδα ανθρώπων που συναντιούνται σε ένα σκάφος για να γιορτάσουν μια επέτειο γάμου, της Εύας και του Μάριου. Ένας άνθρωπος, ένα κεφάλαιο. Η συγγραφέας μας τους συστήνει όλους με ένα μοναδικό τρόπο: βάζοντάς μας μέσα στη δυναμική της παρέας, μας κάνει να νιώθουμε σαν να είμαστε κι εμείς εκεί.

Μας δίνει το περίγραμμα και το περιεχόμενο της ψυχοσύνθεσης των ηρώων και συνάμα παρουσιάζει διαισθητικά τις συνεχόμενες αλληλεπιδράσεις, αυτές που εν τέλει μας καθορίζουν. Μας τους παρουσιάζει με ένα τρόπο που δημιουργεί μια οικειότητα, σαν να είναι και δικοί μας ήρωες, δικοί μας φίλοι, σαν να είμαστε κι εμείς συνταξιδιώτες στο σκάφος. Αυτή η οικειότητα των χαρακτήρων και η καθημερινή γλώσσα, που ταυτόχρονα στέλνει πολλαπλά μηνύματα, μου θυμίζει τη γραφή του αείμνηστου Ταχτσή, στο μνημειώδες έργο του «το τρίτο στεφάνι». Οι ιστορίες είναι γραμμένες με μια γαργαλιστική διάθεση και δείχνουν την λαχτάρα της συγγραφέως να ζει την κάθε στιγμή.

Ένα βιβλίο λοιπόν ζωντανό, με πολύ χιούμορ, με ανατροπές, με όλα αυτά τα γοητευτικά και απογοητευτικά στοιχεία που συνθέτουν τον ανθρώπινο ψυχισμό και τις σχέσεις. Ένα βιβλίο που διατρανώνει τις αντιφάσεις των σχέσεων και τις εσωτερικές συγκρούσεις που μετατρέπονται σε προσδοκίες και άφατες επιθυμίες.

Η συγγραφέας μάς εκπλήσσει διαρκώς με ένα λόγο που τρέχει. Το κάρμα της είναι να μας μεταφέρει την αύρα της και να μιλάει για δύσκολα θέματα με σχεδόν ανάλαφρο τρόπο.

Ένα βιβλίο που ακουμπά σε διάφορα θέματα, σαν η συγγραφέας να θέλει να μοιραστεί μαζί μας ότι έχει ο ψυχικός της κήπος. Ένα πολύ γενναιόδωρο συναίσθημα αποπνέει τις σελίδες του, εκείνο το σπουδαίο αξιακό στερέωμα που υπογραμμίζει «πως αν δεν το δώσεις δεν είναι δικό σου».

Ένα βιβλίο που τέμνει και ανασυνθέτει τον άνθρωπο σε όλες του τις διαστάσεις. Ένα βιβλίο που απαντάει και αναρωτιέται. Κάνει το ορατό αόρατο και το αόρατο ορατό, δίνει μια διττή ερμηνεία στο τυχαίο και το προδιαγεγραμμένο, στο χθες και το αύριο, σε μια αέναη συμπαντική συμφωνία.

Μας βάζει σε μια διαδικασία στοχασμού ή/και αναστοχασμού. Αφαιρεί τη γραμμικότητα της σκέψης μας και μας εντάσσει σε ένα πολυπρισματικό χώρο. Ένα βιβλίο που έχει ταυτόχρονα θεατρικό και φιλοσοφικό ύφος. Χιούμορ και σοβαρότητα. Νομίζω πως η συγγραφέας γράφει όπως ζούμε. Η ζωή έχει τα πάντα, καμιά φορά μέσα σε μια στιγμή.

Το εγώ και το εμείς αποκτά μια συμβολική οντότητα που αντηχεί στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, μα πάντα στο τώρα. Η καθημερινότητα των ηρώων κρύβει μια ποιητική διάθεση και οι ποιητικοί, φιλοσοφικοί στοχασμοί μια καθημερινή ζώσα πραγματικότητα.

Το κάρμα είναι σαν το πλεούμενο της ιστορίας μας. Δημιουργεί ένα μεταβατικό χώρο από ένα σημείο σε ένα άλλο. Πως θα μεταφερθούμε είναι, παραμένει -και ίσως για πάντα- το πιο όμορφο μυστήριο της ζωής.

Φανταστείτε ότι έχετε την συγγραφέα συντροφιά και σας αφηγείται έτσι χαλαρά ένα δικό της ταξίδι με σκάφος. Σας διηγείται ιστορίες που συνέβησαν σαν να τις ξαναζεί και μαζί της τις ζείτε κι εσείς. Οι αφηγήσεις ρέουν σαν αεράκι που δροσίζει στον καύσωνα, είναι ευχάριστες, ζωηρές, αχόρταγες. Το συγκλονιστικό δε είναι πως ανάμεσα στις ζωντανές αφηγήσεις για κάθε τι που ζουν οι ήρωες η συγγραφέας πλέκει κι αφήνει να αιωρείται ένα μήνυμα πιο βαθύ, περισσότερο υπαρξιακό, ένα μήνυμα ικανό να σε κάνει να σκεφτείς. Αξιοζήλευτος ο τρόπος που το κάνει, μοιάζει με συμποσιακός. Πρώτα ανοίγουν οι πόροι της ψυχής, χαλαρώνει το μέσα μας, χαλαρώνει το κορμί, για να επιτρέψει ο καθένας μας να δεχθεί μια νέα ιδέα. Ή μια παλιά που ξανάρχεται με νέα μορφή και νέα δώρα. Όπως για παράδειγμα στη σκηνή που η παρέα είναι σ’ ένα μπαρ που σερβίρει μόνο ποτά δίχως αλκοόλ και κουβεντιάζοντας χαλαρά, η συζήτηση πάει στις πεποιθήσεις. Πόσο όμορφος παραλληλισμός να γίνεται αναφορά στη σκληρότητα των πεποιθήσεων σε ένα μπαρ που ο ιδιοκτήτης του τόλμησε κάτι διαφορετικό, που έσπασε τις πεποιθήσεις, αλλά η ιδέα του έπιασε επιχειρηματικά, καθώς έχει ήδη συνολικά τέσσερα μπαρ στο νησί. Αυτό ίσως γίνεται όταν σπάμε τις πεποιθήσεις μας, τις καταναγκαστικές πεποιθήσεις που κάποτε μας προστάτευσαν, αλλά πλέον στέκονται τροχοπέδη στα όνειρά μας.

Ή όπως λέει η Εύα πριν γνωρίσει τον Μάριο, «η μακρά ταλαιπωρία της απόρριψης, από τον προηγούμενο σύντροφό της, τής πρόσφερε την κάθαρση στην ψυχή της. Η πλήρης αποστράγγιση μπορεί να σε οδηγεί στο σκοτεινό βυθό, αλλά σου δίνει μια τελευταία ευκαιρία να κάνεις το άλμα και να βρεθείς και πάλι στο φως. Τα ακραία συναισθήματα που ενεργοποιεί ο θεός έρωτας είναι η μεγαλύτερη πρόκληση αλχημιστικής διαδικασίας εξέλιξης. Για να επιβιώσεις και να μην διαλυθείς από το σαρωτικό πέρασμά του πρέπει να μετουσιώσεις τα ακραία συναισθήματα σε επίγνωση και εμπειρία. ο πόθος, η στέρηση, η πλήρης έλλειψη εφησυχασμού, η ακατανίκητη έλξη της ένωσης είναι θεριά που βρυχώνται συνέχεια και καταλύουν σταδιακά τις αντιστάσεις σου. Έχεις λοιπόν να επιλέξεις αν θα διαλυθείς ή θα γίνεις άξιος θηριοδαμαστής των παθών σου» .

Ή ότι συνέβη στην Ερατώ, η οποία με πολύ μεγάλο ψυχικό κόστος συνειδητοποίησε ότι στη ζωή κάθε τι που κοροϊδεύεις το λούζεσαι πανηγυρικά. Η ζωή σαν σαρωτικός τυφώνας έχει ένα μοναδικό τρόπο να μετατρέπει τους ογκόλιθους των πεποιθήσεών μας σε σαθρά πετραδάκια.

Ή η ψυχή είναι ένα πουλί πετούμενο που διψάει για έρωτα, για αγάπη, για τρέλα.

Ή «δεν υπάρχει μεγαλύτερο σοκ από την εμπειρία μιας ψυχής που αγγίζει στιγμιαία τον θάνατο», όπως λέει ο αφηγητής του βιβλίου. Η αισθητικός Εύα χρειάστηκε να περάσει από μια απόπειρα αυτοκτονίας για να βγει στο ξέφωτο. Η ανταριασμένη θάλασσα την οδήγησε στην αναζήτηση νέων κόσμων και της ελπίδας. Μάζεψε το κουράγιο της και τρακάρει με το πεπρωμένο της (στο πλοίο προς την Κέρκυρα τρακάρει το πολυτελές αυτοκίνητο του μέλλοντα συντρόφου της).

Κι ένα σωρό άλλα τέτοιου είδους μηνύματα για τα οποία αξίζει να διαβαστεί αυτό το βιβλίο…

Σημαντικές είναι και οι ιστορικές αναφορές που κάνει, μεταξύ τυριού και αχλαδιού, όπως η αναφορά Ιωάννη Καποδίστρια, στον Διονύσιο Σολωμό ή στον περισσότερο άγνωστο στους περισσοτέρους μας Αρχι-στρατηγό των Βενετικών δυνάμεων στον Βενετο-τουρκικό πόλεμο το 1716. Δίχως αυτόν σήμερα αστειεύεται σοβαρά η συγγραφέας η Κέρκυρα σήμερα θα ήταν γεμάτη μιναρέδες και θα έβγαινε ο μουεζίνης κάθε τρεις ώρες να φωνάζει «Αλλάχου άκμπαρ», «ο θεός είναι μεγάλος» δηλαδή. 

Το βιβλίο στο τέλος κάνει ένα συμβολικό κύκλο, οι ήρωες συνεχίζουν την αναπαράσταση ενός ονείρου, το οποίο ταξιδεύει τους ήρωες σε άλλη διάσταση, δεν θα σας πω όμως περισσότερες λεπτομέρειες. Η κυκλικότητα αυτή μοιραία εκφράζει τις ιδέες και αντιλήψεις της συγγραφέας για το Κάρμα, το Πεπρωμένο, τις οποίες θα συναντήσετε στις γραμμές αυτού του βιβλίου.

Προσωπικά θα ήθελα να σταθώ στον αντικατοπτρισμό των ιδεών αυτών στο ψυχοθεραπευτικό πεδίο. Η τέχνη της ψυχοθεραπείας συνίσταται στη σύνθεση δύο αναπόδραστων αναγκών του ανθρώπου του «ανήκειν» και της «ελευθερίας». Να νιώθουμε δηλαδή ελεύθεροι όπου ανήκουμε.  Ελευθερία επομένως δεν είναι η πλήρης αυτενέργεια, αλλά η στάση απέναντι στο αναπόφευκτο (π.χ. θάνατος, μοναξιά, θνητότητα). Το πεπρωμένο, η μοίρα, το γραφτό μας, το ριζικό, η Ειμαρμένη δεν είναι ένα προδιαγεγραμμένο πλαίσιο ζωής, αλλά η αναγνώριση της πραγματικότητας πάνω στην οποία μπορεί να οικοδομηθεί αυθεντικά η ζωή. Οι έννοιες αυτές μας βοηθούν να αντιληφθούμε ότι η Τύχη αντιστοιχεί στην ψυχολογική πίστη ότι «δεν ελέγχω τίποτα», ενώ βαθύτερες έννοιες, όπως το Πεπρωμένο, η Ειμαρμένη,  συνδέονται περισσότερο με την αποδοχή ενός βαθύτερου πλαισίου που δίνει νόημα στις εμπειρίες, δίχως να αίρει την προσωπική ευθύνη.

Θέλει λιγάκι προσοχή καθώς η έννοια της Τύχης μπορεί να λειτουργεί συχνά ως μηχανισμός προβολής: όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντέξουν την αβεβαιότητα ή την αποτυχία, τις μεταθέτουν στην «κακή τύχη». Ότι και να υπάρχει έξω από μας, ως συμπαντική αλήθεια, απλά μας προσφέρει ένα βαθύτερο υπόβαθρο νοήματος: «δεν μπορώ να ελέγξω τα πάντα, αλλά μπορώ να δώσω νόημα σε αυτό που συμβαίνει και να το εντάξω στην προσωπική μου αφήγηση».

Η σκέψη αυτή μας βοηθά η αγωνία μας για έλεγχο να μετασχηματίζεται σε αποδοχή  ότι το τυχαίο, το ουσιώδες κι ό,τι φέρνει η ζωή δεν το ελέγχουμε, αλλά το ζούμε.

…κι εν τέλει όποιου του μέλλει να πνιγεί ποτέ του δεν πεθαίνει