Μήπως οι πελάτες (δεν) έχουν πάντα δίκιο στην εστίαση;

Γράφει ο Αχιλλέας Σενγιέργκη. Απόφοιτος του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών & Ανατολικών Σπουδών στο ΠΑΜΑΚ και Σπουδαστής ΙΕΚ, Διοίκησης Τουρισμού

Διανύοντας το καλοκαίρι, αρκετοί εργαζόμενοι επιλέγουν να φύγουν για σεζόν κατά κύριο λόγο σε νησιά ή σε γειτονικές παραλιακές περιοχές, όπως στο πρώτο και στο δεύτερο πόδι της Χαλκιδικής. Είναι και αυτοί οι υπάλληλοι, οι οποίοι προτιμούν να εργαστούν στον τόπο τους για διάφορους λόγους, όπως για παράδειγμα να γλιτώσουν πολλά έξοδα για μετακίνηση και διαμονή.

Τέτοιες εποχές σαν αυτές, η κοινωνία υπενθυμίζει συνεχώς στους συνανθρώπους της, στο πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε ως πελάτες, δείχνοντας το σεβασμό και την κατανόηση των εργαζομένων.

Είναι σαφές ότι, οι συνθήκες σε περιόδους σεζόν είναι δυσοίωνες από πολλές παραμέτρους, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να βιώνουν τόσο σωματικά, όσο και ψυχολογικά προβλήματα και αυτό κατά καιρούς αποδεικνύει ότι, με την πάροδο του χρόνου, οι θέσεις εργασίας αυξάνονται όλο και περισσότερο. Η φράση «Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο» θεωρείται σχετική, η οποία είναι ανάλογη με τον τομέα εργασίας. Σε δουλειές που έχουν να κάνουν με οικοδομές, τον τουρισμό ή οτιδήποτε αφορά την εξυπηρέτηση πελατών, τα πράγματα είναι πιο απαιτητικά, δεδομένου ότι, η λεπτομέρεια παίζει σημαντικό ρόλο, για την ικανοποίηση των πελατών.

Στο κομμάτι της εστίασης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, το κλίμα στον εργασιακό χώρο είναι 50-50, διότι υπάρχουν ορισμένες κατηγορίες πελατών, στις οποίες οι εργαζόμενοι βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με παρόμοιες συμπεριφορές, προκειμένου να κάνουν τη δουλειά τους όσο το δυνατόν περισσότερο, δείχνοντας υπομονετικότητα.

Κάθε κατηγορία πελατών, βασίζεται στις ηλικιακές ομάδες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, οπωσδήποτε μια συγκεκριμένη ομάδα έχει μόνο ελαττώματα.

Ένας παράγοντας στον οποίον αξίζει να δώσουμε έμφαση, είναι οι οικογένειες με τα παιδιά τους, ειδικά όταν εισέρχονται ως μεγάλη παρέα στον χώρο εστίασης, ανεξάρτητα αν η τοποθεσία του μαγαζιού βρίσκεται κοντά σε παιδική χαρά. Πολλές φορές, αφήνουν τα παιδιά τους να παίζουν ελεύθερα, χωρίς να γνωρίζουν τον κίνδυνο που θα προκαλέσουν, είτε στους ίδιους, είτε στους σερβιτόρους, όταν οι δεύτεροι πρόκειται να στείλουν μια παραγγελία σ’ άλλους πελάτες. Οι σερβιτόροι, ζουν συνεχώς με το φόβο προς αποφυγή ατυχημάτων,-να μην τους πέσει ο δίσκος-, έτσι ώστε να μην χάσουν αδίκως τη δουλειά τους. Ακόμη και αν στην εστίαση δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος διασκέδασης, οι γονείς υποχρεούνται να θέσουν όρια στα παιδιά τους, βάζοντας τάξη σ’ ένα δημόσιο χώρο.

Οι τρίτες ηλικίες, δεν ζητούν πολλά, παρά μόνο να πιούν τον καφέ τους, σ’ ένα ήσυχο περιβάλλον. Σίγουρα, οι μικρές ατέλειες στο ποτό μπορούν να προκαλέσουν την οργή στους ηλικιωμένους, κάτι το οποίο δεν χρειάζεται, ειδικά όταν υφίσταται φόρτος στο μαγαζί. Μερικοί από αυτούς, συμπεριφέρονται με αγένεια και απότομα στους σερβιτόρους, επιθυμώντας αμέσως να έρθει η παραγγελία τους. Με άλλα λόγια, να τους βλέπουν σαν δουλοπάροικοί τους.

Το θετικό με τη νεολαία είναι ότι, στην πλειοψηφία της αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες που βιώνουν οι εργαζόμενοι μέσα στα καταστήματα, ιδιαίτερα όταν πέφτει αργία και πρέπει να εξυπηρετούν πάρα πολύ κόσμο, διατηρώντας υπομονή επιείκεια, επειδή και αυτοί έχουν περάσει αυτό το στάδιο. Αναντίρρητα, όσοι δεν έχουν γνωρίσει πως είναι να πιέζεσαι, τους φαίνεται στα μάτια τους κάτι απλό και γρήγορο επιδεικνύοντας τους ταυτόχρονα μια υπεροψία.

Από τα παραπάνω, δεν αποκλείουμε και την αναφορά στους τουρίστες οι οποίοι κάθε χρόνο επισκέπτονται τη χώρα, άσχετα από την καταγωγή και την ηλικία.

Καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως, η έλλειψη παιδείας και πολιτισμού στη χώρα, μετράει σε πολύ μεγάλο βαθμό, καθώς αυτά τα πρότυπα συμπεριφοράς πραγματοποιούνται καθημερινά. Στην περίπτωση όσων δουλεύουν σε σεζόν, οι άνθρωποι περνούν χειρότερες καταστάσεις, κάτω από τον καυτό ήλιο, μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στον καύσωνα και στις άμεσες απαιτήσεις.