Ο αντίκτυπος του COVID-19 στην κακοποίηση και την παραμέληση των παιδιών

Γράφει η Νεράτζη Καλομοίρα Οικονομολόγος – Συγγραφέας  https://www.facebook.com/kalomoiraner

Τα παιδιά αναγνωρίζονται αναμφίβολα ως ευάλωτοι πληθυσμοί κατά τη διάρκεια καταστροφών και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που πλήττουν την ανθρωπότητα.

Τα παιδιά ενδέχεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κακοποίησης και παραμέλησης ως συνέπεια της τρέχουσας πανδημίας COVID-19 και των μέτρων δημόσιας υγείας για τον περιορισμό της εξάπλωσής της.

Το αυξημένο οικογενειακό άγχος τόσο για τις οικονομικές όσο και για τις κοινωνικές εξελίξεις, οι διαταραγμένες «ρουτίνες» και η έλλειψη πρόσβασης σε κοινοτικές ενισχύσεις μπορούν καθοριστικά να συμβάλουν στην κακοποίηση των παιδιών.

Ταυτόχρονα, η φυσική απόσταση έχει περιορίσει την επαφή μεταξύ παιδιών και των «προστατευτικών» ενηλίκων, όπως δασκάλων, γυμναστών κτλ, οι οποίοι συνήθως αναφέρουν περιπτώσεις ύποπτης παιδικής κακοποίησης.

Ιστορικά, μια σοβαρή απόρροια των πανδημιών ήταν ο αυξημένος κίνδυνος κακομεταχείρισης παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής κακοποίησης, της σεξουαλικής κακοποίησης, της συναισθηματικής κακοποίησης, της παραμέλησης και της έκθεσης στην οικογενειακή βία.

Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πως η κακοποίηση παιδιών είναι πρώτον η κύρια αιτία θανάτου παιδιών και δεύτερον έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία, την ανάπτυξη καθώς και την σεξουαλικότητα τους.

Τα μέτρα μετριασμού που αποσκοπούν στον περιορισμό της ταχείας εξάπλωσης μολυσματικών ασθενειών μπορεί να οδηγήσουν σε σωματική και κοινωνική απομόνωση, πράγμα που σημαίνει ότι οι οικογένειες μπορεί να έχουν λιγότερη επαφή με ενήλικες εκτός του οικιακού τους περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των δασκάλων, των ιατρών και των εργαζομένων για την καλή μεταχείριση των παιδιών. Αυτοί οι ενήλικες παρέχουν συνήθως υποστήριξη και προστασία σε ευάλωτα παιδιά και συχνά είναι οι πρώτοι που αναγνωρίζουν και αναφέρουν ύποπτες παιδικές κακοποιήσεις.

Πιθανές λύσεις για τον μετριασμό της επίδρασης του COVID-19 στην παιδική κακοποίηση:

Έγκαιρη ανίχνευση για την ταχύτερη παρέμβαση: άμεση ανάγκη είναι να ενθαρρυνθεί η αναφορά περιπτώσεων κακοποίησης. Καθώς τα κανονικά κανάλια αναφορών διακόπτονται (π.χ. εκπαιδευτικοί), θα πρέπει να υιοθετηθούν άλλες μορφές εντοπισμού, όπως ασφαλείς ανοιχτές γραμμές, κέντρα προσέγγισης χρηστών και εικονικές επιλογές. Περαιτέρω προγράμματα κατάρτισης για επαγγελματίες που συνήθως αναφέρουν (π.χ. εκπαιδευτικό, επιφορτισμένο και ιατρικό προσωπικό) θα πρέπει να εφαρμοστούν για να επιτρέψουν την έγκαιρη αναγνώριση της παιδικής κακοποίησης μετά τη χαλάρωση των μέτρων κλειδώματος

Γονική υποστήριξη και μέτρα απελευθέρωσης στρες: Εντατικά προγράμματα επίσκεψης στο σπίτι σε νέες μητέρες έχουν βρεθεί ότι μειώνουν την κακοποίηση και την παραμέληση παιδιών. Η κοινωνία των πολιτών και οι οργανισμοί που υποστηρίζουν παιδιά και εφήβους μπορούν να διευκολύνουν την υγιή ανατροφή των παιδιών. Μακροπρόθεσμα, απαιτούνται πόροι για την υποστήριξη βασικών ψυχικών υγειών και ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών.

Οικονομική υποστήριξη για οικογένειες που κινδυνεύουν: τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και δικτύων ασφαλείας πρέπει να είναι διαθέσιμα ιδιαίτερα για τις πιο ευάλωτες οικογένειες.

Η ασφάλεια και οι ανάγκες των παιδιών πρέπει να βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή των συζητήσεων για τον μετριασμό των σημερινών και μελλοντικών επιπτώσεων της πανδημίας. Το τεράστιο δυνητικό κόστος της αυξημένης παιδικής κακοποίησης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στους υπολογισμούς κόστους-οφέλους των μέτρων κλειδώματος.

Τέλος, οι κυβερνήσεις πρέπει να συνεργαστούν με τους κοινωνικούς φορείς και τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης για να ενσωματώσουν την παιδική κακοποίηση στη μελλοντική μείωση του κινδύνου καταστροφών και την ετοιμότητα.