Απόστολος Καρακατσάνης: “Έρευνα στην επιπεδότητα”

“Η σχέση μεταξύ της ζωής μου και της τέχνης μου μοιάζει με τη σχέση μεταξύ της πραγματικότητας και του ονείρου. Υπάρχει μια αινιγματική αλληλοτροφοδοσία, συμμετρική όπως αυτή μεταξύ του φωτός και της σκιάς.”

Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Μια αλληλουχία συμβάντων με οδήγησε στην ολοένα συστηματικότερη ενασχόληση με τη ζωγραφική μέχρι σήμερα. Οι τέχνες ήταν από τα παιδικά μου χρόνια το αγαπημένο μου καταφύγιο. Εννέα ετών ξεκίνησα μαθήματα ζωγραφικής μετά από σύσταση του σχολείου μου. Στα δέκα μου δούλευα ήδη με λάδια. Οι εικαστικές τέχνες ήταν η πρώτη μου επιλογή όταν ήρθε ο καιρός να επιλέξω σε ποια τέχνη θα εστίαζα, καθώς από τα εφηβικά μου χρόνια φλέρταρα έντονα και με τη μουσική. Δεν είχα καμία αμφιβολία πως μόνο αν βρίσκομαι σε επαφή με τις τέχνες θα μπορούσα να αντιμετωπίσω τη ζωή μου. Αυτό με οδήγησε από νωρίς σε επαγγελματική ενασχόληση στις γραφικές τέχνες και τη φωτογραφία. Λίγα χρόνια αργότερα συνειδητοποίησα την ανάγκη μου να συνεχίσω τις σπουδές μου και έτσι ξεκίνησα την φοίτησή μου στην ΑΣΚΤ.

Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς. Στο παρελθόν εκμεταλλεύτηκα το ενδιαφέρον μου για σπουδή κλασσικών και μοντέρνων ζωγράφων, παράγοντας μια σειρά έργων στα οποία συνομιλούσαν αυτές οι εποχές. Κάθε ρεύμα εκτός από αποτύπωμα μιας εποχής μπορεί να αποτελέσει υλικό για τη σύσταση του σύγχρονου. Τα τελευταία χρόνια όμως κινούμαι γύρω από τις έννοιες του μινιμαλιστικού αντικειμένου και της ζωγραφικής πεδίου, η απαλοιφή δηλαδή του αναπαραστατικού αντικειμένου και η μετάβαση σε μια ζωγραφική όπου το αντικείμενο δεν αναπαριστάται αλλά είναι το ίδιο το ζωγραφισμένο ταμπλό. Νομίζω πως τα έργα μου συχνά αγγίζουν τη γλυπτική καθώς ενεργοποιούν απτικές ποιότητες. Παρόλα αυτά, τη ζωγραφική μου δεν την αντιλαμβάνομαι μόνο ως τελικό αποτέλεσμα αλλά περισσότερο ως διαδικασία, όπου το ζητούμενο είναι η περιπέτεια και ο καμβάς αποτελεί το μέσο αποτύπωσης αυτής της δράσης. Στην δουλειά μου θέτω προκλήσεις, περιορισμούς και στοιχήματα, ώστε οι απαιτήσεις της διαδικασίας να δοκιμάζουν τα όρια των δυνατοτήτων μου. Έτσι, οδηγούμαι σε υπερβάσεις, υπερβολές λάθη και γενικά σε απρόβλεπτες καταστάσεις. Η τέχνη είναι το μόνο μέρος όπου μπορεί κανείς να ακροβατεί χωρίς να κινδυνεύει από πτώση από τα ενδεχόμενα λάθη του. Γι αυτό, προκειμένου να δημιουργήσω αυτά τα έργα εκτελώ μια ζωγραφική “περφόρμανς” όπου τα ίχνη της διαδικασίας είναι αυτά που υλοποιούν το έργο. Προσπαθώ να αποτρέψω κάθε χειρονομία προσωπικής έκφρασης, αλλά αφήνω ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναπροσδιορισμού της πορείας του έργου από τα τυχαία λάθη και αστοχίες της εκτέλεσής μου.

Από που αντλείτε την έμπνευση σας; Στην δουλεια των τελευταίων ετών λειτουργώ διαισθητικά, επομένως κάθε απόπειρα να προσδιορίσω με λογική και ακρίβεια τις πηγές των θεμάτων μου αυτοαναιρείται ή προδίδει την αυθεντικότητα της εμπειρίας. Αρκούμαι στην υπόθεση πως η προέλευση της έμπνευσης κρύβεται σε υποσυνείδητο επίπεδο και έχει να κάνει με τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας μου. Αυτό που βλέπω καθαρά όμως είναι πως η σχέση μεταξύ της ζωής μου και της τέχνης μου μοιάζει με την σχέση μεταξύ της πραγματικότητας και του ονείρου. Υπάρχει μια αινιγματική αλληλοτροφοδοσία, συμμετρική όπως αυτή μεταξύ του φωτός και της σκιάς.

Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Θεωρώ ότι υπάρχει συνεχής επιρροή και αλληλεπίδραση μεταξύ των καλλιτεχνών. Κάθε συνάντηση με καλλιτέχνες προκαλεί ανταλλαγή και ανασύνταξη απόψεων και μου αποκαλύπτονται νέες πτυχές στη δουλειά μου. Κάτι που μου λείπει τους τελευταίους μήνες λόγω της αναστολής των συγκεντρώσεων. Ασφαλώς υπάρχουν προσωπικότητες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της αισθητικής μου αντίληψης. Είχα την τύχη να φοιτήσω στο εργαστήριο του Γιώργου Λάππας στην ΑΣΚΤ ως δεύτερο πτυχίο. Μέχρι σήμερα ανακαλύπτω το νόημα που περιέχουν όλα συζητήσαμε. Με βοήθησαν να αρχίσω να διακρίνω την καταγωγή και τον ρόλο μου. Να θέσω σημαντικά ερωτήματα στον εαυτό μου αλλά και να απαλλαγώ από άλλα σε σχέση με την ουσία, το νόημα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Βεβαίως είναι πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες που η μελέτη του έργου τους συνεχίζει να με διδάσκει, ή με να με εμπνέει, όπως ο υπερβατικός Rothko, ο ψευδαισθησιακός Glenn Brown, ο ψυχεδελικός Λουκάς Σαμαράς, ο Gerarld Richter, ο Jackson Pollock, η Bridget Riley και πολλοί άλλοι. Αλλά και παλαιότεροι ζωγράφοι οι οποίοι εν μέρει λειτούργησαν ως προάγγελοι του Abstract. Με γοήτευε η τάση για αποδόμηση της εικόνας που υπήρχε σε ορισμένα έργα ιμπρεσιονιστών, που στα νεανικά μου χρόνια ήμουν λάτρης και ο προβληματισμός τους για την αφαίρεση. Βεβαία δεν μπορώ να παραλείψω την προκλητική προσωπικότητα του Marcel Duchamp, για τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας του έργου τέχνης που προκάλεσαν οι διακηρύξεις του. Είναι ατελείωτη η λίστα, δύσκολο να εστιάσω, γιατί περιλαμβάνει τουλάχιστον όλους τους πατέρες καλλιτέχνες – εξερευνητές.

Πόσο αποδεκτή είναι η Τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στο δημόσιο χώρο; Η ερώτηση σας με ταξιδεύει στην περίοδο όπου διοχέτευα τη δουλειά μου στην εικαστική παρέμβαση στον δημόσιο χώρο. Για 3-4 χρόνια εκτελούσα μια σειρά από δράσεις σε πολυσύχναστα τότε κεντρικά σημεία της Αθήνας αλλά και της Βαρκελώνης ένα διάστημα. Παρενέβαινα με εικαστικό τρόπο σε ακίνητα αντικείμενα δημόσιας χρήσης μεταμορφώνοντας σε γλυπτά. Τα κατασκεύαζα επιτόπου και τα παρέδιδα στο έλεος της ελεύθερης πόλης, εκτεθειμένα σε απρόβλεπτες συνθήκες. Με ενδιέφερε αυτή η τυχαία έκβαση. Μου έκανε εντύπωση πως κάποιοι άνθρωποι βανδάλιζαν και άλλοι φρόντιζαν και αποκαθιστούσαν τα κακοποιημένα μέρη των γλυπτών μου. Αυτό το εξέλαβα ως ένα είδος διάδρασης, έκφρασης και επικοινωνίας του κοινού, μέσα από εναλλαγή οι πράξεων στοργής και βανδαλισμού.
Επομένως, μετά από αυτές τις εμπειρίες δεν έχω αμφιβολία για την αποδοχή της τέχνης στο δημόσιο χώρο. Απλώς, οι όροι είναι διαφορετικοί. Το έργο τέχνης στο δημόσιο δεν μπορεί να είναι παρά ένα in situ έργο. Δηλαδή έργο που θα γεννιέται και θα ζει επί τόπου, που θα αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του και με το κοινό του. ‘Όμως το κοινό είναι οι ανυποψίαστοι περαστικοί, δηλαδή άνθρωποι που δεν επέλεξαν να βρεθούν αντιμέτωποι με αυτήν την πρόκληση. Κι αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο, που αλλάζει τους κανόνες, ή μάλλον τους καταρρίπτει τουλάχιστον από τη πλευρά των θεατών.
Έξω στον δρόμο δεν ισχύουν οι εγγυήσεις ούτε οι συμβάσεις ενός χώρου τέχνης και οι αντιδράσεις του κοινού είναι ελεύθερες και απρόβλεπτες. Ένα καλό δημόσιο έργο πρέπει να ενσωματώνει στην οντότητά του. Όλα όσα διαδραματίζονται γύρω από αυτό και να είναι ικανό να διευρύνει ή να αλλάξει το νόημα τους. Αυτό όμως είναι πολύ απαιτητικό, και κάνει το δημόσιο έργο να μοιάζει με έναν εμβόλιμο ρόλο που εισβάλλει σε θεατρική παράσταση τη στιγμή που παίζεται μπροστά στους θεατές. Ένας ρόλος που θέλει όχι απλώς να μην φανεί περιττός ή απλώς να ταιριάξει με την παράσταση, αλλά ένας ρόλος που να ανατρέψει το νόημα της παράστασης συθέμελα.

Ποιά είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Συμβαίνει στην εικαστική δουλειά μου να ανοίγουν πολλοί δρόμοι, όμως δεν αρκεί ο χρόνος μιας ζωής για να τους δοκιμάσω όλους. Καλούμαι λοιπόν να εξερευνήσω μόνο μία κάθε φορά, μη γνωρίζοντας αν οδηγούμαι σε αδιέξοδο από αυτή την επιλογή μου. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αξίζει το ταξίδι ούτως ή άλλως. Απλώς, αυτός ο περιορισμός που θέτει ο χρόνος γιγαντώνει την αξία κάθε πράξης και μετατρέπει κάθε βήμα σε πρόκληση. Όπως συμβαίνει και με κάθε παρουσίαση της δουλειάς μου. Σε κάθε μία από αυτές, από την πρώτη μου ατομική στην ΑΔ Γκαλερί, μέχρι την πρόσφατη στην Γκαλερί ΔΛ, τις αντιμετώπισα ως τη μεγαλύτερη πρόκληση.

Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Υπάρχει η επόμενη ατομική μου στην κορυφή της ατζέντας, καθώς συνεχίζονται ζυμώσεις για συνεργασίες με άλλους καλλιτέχνες και παράγοντες με σκοπό την πραγματοποίηση συλλογικών εκθέσεων.